Τρίτη 15 Ιουλίου 2008

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΥΑ ΣΤΑΜΟΥ

Ένα περίεργο φαινόμενο συμβαίνει με τα blogspots (περιλαμβάνεται και αυτό):

1. Ενώ κάθε μέρα γράφονται δεκάδες χιλιάδες blogspots σε όλη τη γη (κυρίως στα αγγλικά από γονείς αμερικανούς που αποθανατίζουν τα πρώτα βήματα του μωρού τους ή τα πρώτα τους γενέθλια) και μένουν στην αφάνεια αφού καμία λέξη κλειδί δεν μπορεί να ενεργοποιήσει κάποια "μηχανή αναζήτησης" για να εντοπίσει κάποιο συγκεκριμένο π.χ. για ψυχολογία, ορισμένα σαν και αυτά "εντοπίζονται".

2. Ως εκ θαύματος λίγα δευτερόλεπτα μετά από τη συμπλήρωση του blog από την κυρία Εύα Στάμου, εμφανίζονται σχολιαστές ή θαυμαστές και κάνουν τα σχόλιά τους.

3. Με ακρίβεια χειρουργικής επέμβασης με λέιζερ, η κυρία Εύα Στάμου τους απαντάει.

4. Επικρατεί σιωπή.

5. Όποιος ατυχής σχολιάσει λίγο αργότερα, he is lost in space.

6. Μπορεί κανείς να προσπαθεί να βρεί συνέχεια στη διακίνηση ιδεών του Ιουνίου, αλλά διαπιστώνει .... σιγή ασυρμάτου.

8. Αν ψάξει πάλι κανείς όχι στα συγκεκριμένα blogs αλλά βάλει στη μηχανή αναζήτησης το λήμμα "ΕΥΑ ΣΤΑΜΟΥ" θα διαπιστώσει ότι σε κάποιο άλλο χώρο έχουν ενσωματωθεί και ο Απρίλιος και ο Μάιος και ο Ιούνιος και ο Ιούλιος της κυρίας Εύας Στάμου, στους οποίους όποιος έχει ατυχήσει και έχει σχολιάσει εκτός του "προγραμματισμένου δεκαλέπτου" is lost forever.
Βρήκα ένα ενδιαφέρον blog ενός Νικολάου ......... (δεν το θυμάμαι τώρα, θα το βρω όμως) το οποίο υπόσχεται ότι θα θίγει όλα τα κρίσιμα θέματα.

Ο συντάκτης του έχει επιμονή επειδή πιστεύει στους κανόνες των blogs ότι δήθεν με την επιμονή και με 5-6 προγραμματισμένες λέξεις κλειδιά θα σε βρουν οι άλλοι, συνεχίζει να γράφει ρεπορτάζ παρόλο που κανένας δεν τον σχολιάζει και ίσως και να μην έχει κανείς - εκτός από εμένα - υποπτευτεί την ύπαρξή του.

Η λογική της μπουκάλας που πετάει στη θάλασσα ο ναυαγός με πληροφορίες για να τη βρούν και να έρθουν να τον σώσουν, φαίνεται ότι από μόνη της δεν δίνει λύση στο θέμα της ανεύρεσης της πληροφορίας μέσα στο χάος των blogs στην υφήλιο.

Γι' αυτό και όπως φαίνεται η κυρία Στάμου αντί να πετάει τη μπουκάλα στη θάλασσα, ζητάει και από κάποια εφημερίδα ή περιοδικό να εντοπίσει το γεωγραφικό μήκος και πλάτος στους διαπλέοντες τον ιστοχώρο. Πολύ λογικό, αφού φαίνεται πως δεν έχουμε μάθει ακόμα τα μυστικά της εύκολης διαφήμισης και ανεύρεσης στο χώρο των blogs.

Το πως όμως μαζεύονται οι σχολιαστές και οι θαυμαστές (άραγε με μήνυμα στα κινητά τους) για να απαντήσουν και να σχολιάσουν και μετά να επικρατήσει σιωπή, αυτά θα είναι ανάμεσα στα μεγάλα μυστήρια της ανθρωπότητας που θα κληθούν να απαντήσουν οι εξερευνητές του μέλλοντος.

Αυτοί ίσως θα κληθούν να λύσουν το παζλ του πως ένας μεγάλος πολιτισμός καταστράφηκε επειδή ο κυβερνοχώρος απορρόφησε κάποτε όλες τις κύριες επικοινωνίες των κατοίκων του πλανήτη μας, στον οποίο κυβερνοχώρο το 90% των blogs αφορούσαν τα πρώτα βήματα του μωρού μας, τα πρώτα του κακά, τα πρώτα του λογάκια και τα πρώτα κομμάτια τούρτας που έφαγε.

10 σχόλια:

Spyros Vlahos είπε...

Ωραία,
κάνοντας promotion στο μπλογκ μου, σε καλώ να μ' επισκεφτείς για μια άλλη γεύση. Μη φοβάσαι, ζωγραφιές έχω και σχόλια, δεν έχω ούτε ποίηση, ούτε μπλογκοπαίγνια, ούτε προσωπικές μου ιστορίες (που δεν αφορούν κανένα).
Κάμε μια βόλτα και το συζητάμε.

Γιάννης είπε...

Αγαπητή Εύα,

Επίτρεψέ μου, σε παρακαλώ, να σε απασχολήσω από αυτό το blog, για το προσωπικό μου πρόβλημα, γιατί δεν ξέρω σε ποιόν να απευθυνθώ, μια και δεν ξέρω ψυχολόγους ενώ αυτοί που εμφανίζονται στα κανάλια δείχνουν μια τελείως απογοητευτική άποψη του λειτουργήματος του ψυχολόγου.

Είμαι 39 χρονών, χρηματιστής, παντρεμένος, κατακτώ εύκολα τις γυναίκες, αλλά ποτέ δεν συνδέομαι πραγματικά μαζί τους. Πηγαίνω από τη μία γυναίκα στην άλλη, επειδή νιώθω πως καμιά δεν μπορεί να με ικανοποιήσει. Στο τέλος όλες με απογοητεύουν. Αυτό που με κινητοποιεί για τη δημιουργία μιας σχέσης είναι η σεξουαλική ικανοποίηση που μου προσφέρουν οι γυναίκες. Όμως οι σχέσεις αυτές δεν διαρκούν.

Εκνευρίζομαι πραγματικά όταν μία γυναίκα προσκολλάται πάνω μου. Όταν αρχίζει να μ’ αγκαλιάζει, ιδιαίτερα μπροστά σε κόσμο, μου έρχεται να το βάλω στα πόδια.

Σαν παιδί, ένιωθα την ίδια αβάσταχτη μοναξιά, Δε γνώρισα καθόλου τον πατέρα μου, και η μητέρα μου ήταν ψυχρή και απόμακρη. Κανείς από τους δυο τους δεν ικανοποιούσε τις συναισθηματικές μου ανάγκες.

Πήγαινα από τη μία θεραπεύτρια στην άλλη. Όλες στην αρχή μου έδιναν κουράγιο, στο τέλος όμως με απογοήτευαν. Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν συνδέθηκα ουσιαστικά με τις θεραπεύτριές μου. Πάντα εύρισκα κάποιο μοιραίο μειονέκτημα που δικαιολογούσε τον τερματισμό της θεραπείας εκ μέρους μου.

Αυτές, παρόλο που με καταλάβαιναν πραγματικά και με βοήθησαν να συνειδητοποιήσω πολλά για την τραυματική παιδική μου ηλικία, δεν με παρότρυναν να αλλάξω. Έτσι ήταν τόσο εύκολο να επιστρέψω ξανά στις παλιές, γνωστές μου συνήθειες.

Εύα είπε...

Γιάννη,

Με τα λίγα που μου είπες, θα προσπαθήσω να σχηματίσω μια εικόνα για σένα.

Δεν συνδέεσαι με τις γυναίκες. Τις κατακτάς. Το σημείο στο οποίο χάνεις το ενδιαφέρον σου είναι όταν τις έχεις πια «κερδίσει» και η γυναίκα έχει αρχίσει να σε ερωτεύεται. Παλεύεις με τη μοναξιά, Νιώθεις πλήξη και κενό. Υπάρχει όμως ένα ρήγμα μέσα σου και γι’ αυτό ψάχνεις απελπισμένα για μια γυναίκα που θα σε καλύψει. Πιστεύεις ότι δεν θα βρεις ποτέ αυτή τη γυναίκα, Νιώθεις πως πάντα ήσουν και πάντα θα είσαι μόνος.

Μεγάλωσες στερημένος συναισθηματικά και συνεχίζεις να αναπαράγεις αυτή την κατάσταση της απομόνωσης και στην ενήλικη ζωή σου.

Υποθέτω πως πολλοί από τις θεραπεύτριές σου έδειξαν πράγματι ενδιαφέρον και κατανόηση. Το πρόβλημά σου ήταν ότι έβρισκες πάντα μια δικαιολογία για να αποφύγεις την οικειότητα που σε έκανε να νιώθεις τόσο άβολα και παράξενα. Η συναισθηματική στήριξη που δείχνει ένας θεραπευτής είναι συνήθως ουσιαστική αλλά όχι αρκετή. Οι θεραπεύτριές σου δεν αντιμετώπισαν την αυτοκαταστροφική στάση σου αρκετά δυναμικά. Όλες οι θεραπευτικές εμπειρίες σου επιβεβαίωσαν την άποψή σου πως η ζωή σου δεν είχε αλλάξει, και έτσι ένιωθες ακόμα μεγαλύτερη μοναξιά.

Για να μπορέσεις να δραπετεύσεις από την παγίδα της συναισθηματικής στέρησης, έπρεπε να σταματήσεις να παραπονιέσαι για τις γυναίκες που γνώριζες και να αρχίσεις να αναλαμβάνεις την ευθύνη να καταπολεμήσεις την αδυναμία σου να έρθεις επαφή με τους ανθρώπους και να δεχτείς τη φροντίδα τους.

Οι θεραπεύτριές σου έπρεπε να προσπαθήσουν να σε βγάλουν από την παγίδα που κάποιες φορές επιβεβαιώνει τα αρνητικά συμπεράσματά σου. Όταν επέμενες ότι π.χ. η Μαρία δεν ήταν αρκετά όμορφη, η Ελένη δεν ήταν αρκετά έξυπνη ή πως η Νατάσα δεν σου ταίριαζε, έπρεπε οι θεραπεύτριές σου να σε πιέσουν να δεις πως έπεφτες πάλι στην παγίδα σου, η οποία σου επιβάλλει να απορρίπτεις τους άλλους για να αποφύγεις να νιώσεις κάποια ζεστασιά.

Το γεγονός ότι συνεχίζουμε να επαναλαμβάνουμε τις τραυματικές καταστάσεις της παιδικής μας ηλικίας αποτελεί ένα από τα κύρια ενδιαφέροντα της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας. Ο Φρόυντ αποκάλεσε αυτή την τάση καταναγκαστική επανάληψη. Η κόρη ενός αλκοολικού πατέρα θα παντρευτεί αλκοολικό άντρα. Το κακοποιημένο παιδί θα παντρευτεί όταν μεγαλώσει κάποιον ή κάποια που θα συμπεριφέρεται παρόμοια ή ακόμη θα υιοθετήσει ο ίδιος αυτή την τάση. Το σεξουαλικά κακοποιημένο κορίτσι θα γίνει πόρνη. Το υπερβολικά καταπιεσμένο παιδί θα επιτρέψει ως ενήλικος άλλους να τον/την καταπιέζουν.

Πρόκειται για ένα παράδοξο φαινόμενο. Γιατί άραγε αντι­δρούμε έτσι; Γιατί επαναδραστηριοποιούμε τον πόνο μας και επε­κτείνουμε τα βάσανα μας; Γιατί δε χτίζουμε μια καλύτερη ζωή ξε­φεύγοντας απ' το παρελθόν μας; Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι επα­ναλαμβάνουν με αυτοκαταστροφικό τρόπο τις αρνητικές εμπει­ρίες της παιδικής τους ηλικίας. Αυτή είναι η παράξενη αλήθεια με την οποία παλεύουν οι θεραπευτές. Είναι γεγονός πως στην ενή­λικη ζωή μας καταφέρνουμε κατά κάποιον τρόπο να δημιουργού­με καταστάσεις παρόμοιες μ' εκείνες που υπήρξαν πραγματικά καταστροφικές στην παιδική μας ηλικία. Οι παγίδες ζωής εκφράζουν τον τρόπο με τον οποίο αναπαράγουμε αυτές τις στάσεις.

Η επίσημη ορολογία για την παγίδα ζωής είναι το σχήμα. Η έν­νοια του σχήματος προέρχεται από τη γνωστική ψυχολογία. Τα σχήματα είναι βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις για τον εαυτό μας και τον κόσμο που έχουμε αποκτήσει από την αρχή της ζωής μας. Έχουν μεγάλη σημασία για την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Το να απαρνηθούμε την πίστη μας σ' ένα σχήμα θα σήμαινε να εγκαταλείψουμε την ασφάλεια που μας δίνει η βεβαιότητα για το ποιοι είμαστε και πώς είναι ο κόσμος μας - συνεπώς, εκδηλώ­νουμε μια προσκόλληση στα σχήματα ακόμη κι αν αυτά λειτουρ­γούν εις βάρος μας.

Αυτές οι πεποιθήσεις μάς δίνουν ένα αίσθημα προβλεψιμότητας και βεβαιότητας. Κατά έναν παράξενο τρόπο μάς κάνουν να νιώθουμε άνετα. Για το λόγο αυτό οι γνωστικοί ψυχολόγοι πι­στεύουν πως τα σχήματα ή οι παγίδες ζωής είναι πολύ δύσκολο ν' αλλάξουν.

Γιάννης3 είπε...

Αγαπητή Εύα,

Θα ήθελα να ακούσεις το πρόβλημά μου και αν είναι δυνατόν να μου δώσεις κάποια συμβουλή.

Είμαι 19 ετών φοιτητής. Όταν συναντάω κάποιον ή κάποια δεν τον/την κοιτάζω ποτέ στα μάτια. Σκύβω το κεφάλι μου. Όταν μιλάω, δεν μπορούν οι άλλοι να ακούσουν τι λέγω. Κοκκινίζω και τραυλίζω, μειώνω τον εαυτό μου μπροστά σε άλλους ανθρώπους και συνεχώς απολογούμαι. Αναλαμβάνω πάντα την ευθύνη για το κάθε πρόβλημα, ακόμα και αν δεν φταίω καθόλου. Νιώθω το εαυτό μου πάντα ένα σκαλί πιο κάτω, νιώθω κατώτερος από τους άλλους ανθρώπους. Πιστεύω πως οι άλλοι άνθρωποι είναι κατά κάποιο τρόπο καλύτεροι. Τα κοινωνικά γεγονότα μου είναι δυσάρεστα για το λόγο αυτό.

Τον πρώτο χρόνο στο Πανεπιστήμιο πήγαινα σε πάρτι, αλλά φοβόμουν υπερβολικά να μιλήσω σε οποιονδήποτε. Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα να πω. Τώρα στο δεύτερο έτος δεν έχω πάει ούτε σ’ ένα πάρτι των συμφοιτητών μου.
Έχω αρχίσει να βγαίνω με μια κοπέλα που μένει στη διπλανή πολυκατοικία. Αυτή με κατηγορεί συνεχώς, Το ίδιο κάνει και οι καλύτερός μου φίλος. Έχω την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι επικριτικοί.

Νιώθω σαν κοινωνικό απόβλητο. Όταν βρισκόμασταν στο μέσο του εξάμηνου, δεν ήξερα κανέναν σχεδόν από τους συμφοιτητές μου. Όλοι οι άλλοι ήσαν σε παρέες και μιλούσαν και εγώ καθόμουν σε μια γωνιά μόνος μου και κανείς δεν μου μιλούσε. Ποιος θα ήθελε να μιλήσει σε μένα;

Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που με κατέκρινε και με υποτιμούσε.

Με την ευκαιρία θα ήθελα να σας πω ότι είδα σε μία ιστοσελίδα μιας ψυχολόγου, ένα μήνυμά της με το οποίο σχολίαζε ως εξής κάποιον που απευθύνθηκε σ’ εκείνη:

«...Τους τελευταίους μήνες έχω δεχτεί μία σειρά ηεκτρονικών μηνυμάτων στα οποία κυριαρχούν προσβολές για το επάγγελμά μου και χυδαία σχόλια σεξουαλικού περιεχομένου. ...........Η συκοφαντία σου για τις ‘λέξεις κλειδιά’ είναι χυδαία – δεν γνωρίζω καν τι εννοείς με αυτό, τι είναι οι λέξεις κλειδιά, πως λειτουργούν οι μηχανές αναζήτησης, ......είσαι άτομο ποταπό και ανήθικο. .............σε οδηγεί στον παρανοϊκό ισχυρισμό ...................Δεν ξέρω αν πίσω από την παρανοϊκή επίθεσή σου κρύβεται φθόνος, πληγωμένος ναρκισσισμός ή άλλα προσωπικά συμφέροντα που δεν γνωρίζω.............. (ή αν πολύ απλά λόγω ψυχοπαθολογίας συγχέεις την πραγματικότητα με τη φαντασία) .........τα παρανοικά σου σενάρια .......... κρύβεται κάποιου είδους ανισορροπία καθώς και σύγχυση της φαντασίας του με την πραγματικότητα..»

Ο άνθρωπος είδε φαίνεται το blog της και της απευθύνθηκε, από ότι είδα, με πολύ ευγενικό και σεμνό τρόπο. Μήπως ήσουν εσύ που απάντησες έτσι;


Επίσης είδα και το παρακάτω, το οποίο σου παραθέτω:

//ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Αρχίζει η συνεδρίαση του δικαστηρίου. Ο κύριος Εισαγγελέας έχει το λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Η μηνύτρια ισχυρίζεται ότι ο κατηγορούμενος τους τελευταίους μήνες τις έχει αποστείλει ηλεκτρονικά μηνύματα ( κατά λέξη «ηεκτρονικών μηνημάτων») στα οποία κυριαρχούν προσβολές για το επάγγελμά της και χυδαία σχόλια σεξουαλικού περιεχομένου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Κυρία μηνύτρια, εξηγήστε στο δικαστήριο σας παρακαλώ, ποια ακριβώς είναι τα χυδαία σχόλια σεξουαλικού περιεχομένου που σας πρόσβαλαν.

ΜΗΝΥΤΡΙΑ

Είναι οι εκφράσεις «λέξεις κλειδιά». Είμαι ψυχολόγος και γνωρίζω από την επιστήμη μου ότι οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται για να ερεθίσουν σεξουαλικά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Πολύ λογικά φαίνονται αυτά που λέτε. Δυστυχώς όμως εγώ σπούδασα νομικά και δεν γνωρίζω ψυχολογία. Γι’ αυτό θα ζητήσω από την πολιτική αγωγή να εξετάσει τον μάρτυρα. Η Πολιτική Αγωγή παρακαλώ.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Θα εξετάσω τον μάρτυρα. Κύριε μάρτυρα, πέστε μου σας παρακαλώ, τι είναι η έκφραση «λέξεις κλειδιά»;

ΜΑΡΤΥΡΑΣ

Είναι μια έκφραση που χρησιμοποιούμε με τη γυναίκα μου όταν κάνουμε έρωτα. Με βλέπει που είμαι αργός και μου φωνάζει «ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ..!!». Και κάνω γρήγορα.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Και πως το χαρακτηρίζετε αυτό, είναι προσβολή;

ΜΑΡΤΥΡΑΣ

Βεβαίως, μια γυναίκα στο χωριό μου, αυτοκτόνησε πριν δύο χρόνια επειδή μια γειτόνισσά της της είπε «ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ». Η καϋμένη η γυναίκα δεν άντεξε την προσβολή επειδή μετά από τα λόγια αυτά δεν θα μπορούσε να περπατάει στο δρόμο. Μετά από το γεγονός αυτό στο χωριό πάψαμε να χρησιμοποιούμε κλειδιά και βάλαμε συναγερμούς στις πόρτες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Κυρία μηνύτρια, για ποιο λόγο πιστεύετε ότι ο κατηγορούμενος σας πρόσβαλε χυδαία με τη χρησιμοποίηση των «λέξεων-κλειδιών»;

ΜΗΝΥΤΡΙΑ

Κύριε Πρόεδρε, έχω γράψει ένα βιβλίο, ενώ ο κατηγορούμενος δεν έχει γράψει τίποτα και ........ ζηλεύει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Κυρία μηνύτρια, πέστε μου σας παρακαλώ, τι ζημιά σας έχει κάνει αυτή η προσβολή;

ΜΗΝΥΤΡΙΑ

Ξέρετε .... είμαι ψυχολόγος. Καταλαβαίνετε ότι δεν θα έχω μούτρα να εμφανιστώ στην κοινωνία, αν ο κόσμος πιστεύει ότι χρησιμοποιώ «λέξεις κλειδιά». Έχω μια ιστοσελίδα μπλογκ και τώρα, θα με νομίσουν ότι ...... άααα... «λέξεις κλειδιά». Ουάαααααα!!!! Όλοι όσοι έμπαιναν στο μπλογκ μου μου έλεγαν «Καλημέρα.. τι ωραίο που είναι το βιβλίο σου», «μου το πήρε η γυναίκα μου το βιβλίο σου», «δεν μπορώ να ζήσω χωρίς το βιβλίο σου», «αναρωτιέμαι πως είσαι στην πραγματικότητα που έχεις γράψει τόσο ωραίο βιβλίο» και ξαφνικά αυτός μου λέει για «λέξεις κλειδιά».....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Μα δεν μπορείτε να ανοίξετε ένα νέο μπλογκ σε καινούργια θέση με καινούργιες φωτογραφίες σας;

ΜΗΝΥΤΡΙΑ

Καινούργιες φωτογραφίες μου....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Μην κλαίτε κυρία μηνύτριά μου. Θα φροντίσω να μην επαναληφθεί. Στον κατηγορούμενο επιβάλλεται η ποινή της πενταετούς φυλάκισης με αναστολή. Κατηγορούμενε, αν μάθω ότι στα λόγια σου στον κόσμο, στους φίλους σου, στις φίλες σου, στις ερωμένες σου, στις ψυχολόγους σου κλπ οπουδήποτε, χρησιμοποιείς τις «λέξεις κλειδιά», θα κληθείς να εκτίσεις την ποινή της πενταετούς φυλάκισής σου.

Λύεται η συνεδρίαση.//

Γιάννης

Εύα είπε...

Αγαπητέ Γιάννη,

Πω, πω, πω! Τρόμαξα με το ύφος του μηνύματος της ψυχολόγου. Σε διαβεβαιώνω ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτήν την ψυχολόγο. Απλά φιλοξενούμαι στην ιστοσελίδα αυτή, κατά παραχώρηση από τον ιδιοκτήτη της.

Ποτέ, μα ποτέ δεν θα έβαζα στο στόμα μου, ούτε θα έγραφα τέτοια λόγια, πολύ περισσότερο μάλιστα για έναν άνθρωπο που δεν τον γνωρίζω καλά και ο οποίος στο κάτω κάτω μου έκανε μια ερώτηση. Τι είναι αυτά; Οι «λέξεις κλειδιά» είναι προσβλητικές; Τότε πρέπει να συλληφθούν και να καταδικαστούν όλοι οι κλειδαράδες.

Έρχομαι τώρα στο πρόβλημά σου.


Οι παγίδες οργανώνουν ενεργά τις εμπειρίες μας. Λειτουργούν με άμεσους και έμμεσους τρόπους για να επηρεάσουν τη σκέψη, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας.

Διαφορετικοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις παγίδες με διαφο­ρετικό τρόπο. Αυτό εξηγεί το λόγο για τον οποίο τα παιδιά που μεγαλώνουν στο ίδιο περιβάλλον μπορεί να φαίνονται πολύ δια­φορετικά.

Για παράδειγμα, δυο παιδιά με γονείς που τα κακοποιούσαν μπορεί να αντιδράσουν διαφορετικά στην κακοποίηση. Το ένα γί­νεται παθητικό, φοβισμένο θύμα και παραμένει έτσι για όλη του τη ζωή. Το άλλο επαναστατεί ανοιχτά και αμύνεται, ενώ μπορεί ακόμη και να φύγει από το σπίτι νωρίς και να καταλήξει στους δρόμους.

Αυτό κατά ένα μέρος συμβαίνει γιατί από τη γέννηση μας ακό­μη έχουμε διαφορετική ιδιοσυγκρασία - μπορεί να είμαστε πιο φοβισμένοι, δραστήριοι, κοινωνικοί ή ντροπαλοί. Η ιδιοσυγκρα­σία μας μας οδηγεί προς ορισμένες κατευθύνσεις. Κι αυτό γιατί μπορεί να τύχει να έχουμε διαφορετικούς γονείς να αντιγράψου­με ή να μιμηθούμε.

Διακατέχεσαι, όπως φαίνεται, από πολλά συναισθήματα ντροπής. Κοκ­κινίζεις και περπατάς με το κεφάλι χαμηλά γιατί ντρέπεσαι για τον εαυτό σου. Ερμηνεύεις τα γεγονότα στη ζωή σου ως συνεχείς απο­δείξεις της μειονεκτικότητας, της αναξιότητας και της ανικανότη­τας σου ν' αγαπηθείς.

Όταν υποχωρούμε, διαστρεβλώνουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τις καταστάσεις, ώστε να επιβεβαιώσουμε την παγίδα μας.

Κάθε φορά που αυτή ενεργοποιείται, αντιδρούμε με έντονα συ­ναισθήματα. Επιλέγουμε συντρόφους και μπλεκόμαστε σε κατα­στάσεις που ενισχύουν την παγίδα μας.

Έτσι, διαιωνίζουμε τη δράση και τις συνέπειες της παγίδας μας.
Διαστρεβλώνεις ή παρερμηνεύεις σταθερά τις καταστά­σεις με τρόπο που να επιβεβαιώνει την παγίδα σου. Ο τρόπος με τον οποίο αξιολογείς τις καταστάσεις είναι ανακριβής: νιώθεις πως οι άνθρωποι σου επιτίθενται και σε ταπεινώνουν ακόμη κι όταν κάτι τέτοιο δεν είναι αλήθεια. Είσαι έντονα προκατειλημμένος απέναντι στα γεγονότα, καθώς πιστεύεις ότι αποδεικνύουν τη μειονεκτικότητά σου, υπερτονίζοντας τα αρνητικά και ελαχιστοποιώντας τα θετικά στοιχεία τους. Όταν παραδιδόμαστε σε μια εσφαλμένη πεποίθηση μας, παρερμηνεύουμε και παρανοούμε τα κίνητρα των άλλων ανθρώπων, αλλά και τα γεγονότα, με τρόπο που συντηρεί τις παγίδες μας.
Μεγαλώνουμε συνηθισμένοι σε συγκεκριμένους ρόλους και συ­γκεκριμένους τρόπους αντίληψης του εαυτού μας.

Αν μεγαλώσου­με σε μια οικογένεια στην οποία μας κακοποιούν, μας παραμε­λούν, μας φωνάζουν, μας επιπλήττουν ή μας καταπιέζουν, τότε αυ­τό το περιβάλλον μάς φαίνεται και το πιο οικείο. Όσο νοσηρό κι αν Ι ακούγεται, οι περισσότεροι άνθρωποι αναζητούν και δημιουργούν καταστάσεις που τους φαίνονται οικείες και παρόμοιες μ' εκείνες στις οποίες μεγάλωσαν. Η όλη ουσία της παραίτησης σου στοχεύει στο να καταφέρεις να ρυθμίσεις τη ζωή σου ώστε να συνεχίσεις να επαναλαμβάνεις τα σενάρια της παιδικής σου ηλικίας.

Μεγάλωσες, όπως λες, σε μια οικογένεια που σε κατέκρινε και σε υποτιμούσε, μια χαρακτηριστική αιτία για την παγίδα της Μειονεκτικότητας. Ως ενήλικος, συμπεριφέρεσαι με τρόπο που εγγυά­ται ότι θα αποσπάσει την επίκριση και την περιφρόνηση των άλ­λων.

Επιλέγεις συντρόφους και φίλους που είναι ιδιαίτερα επικρι­τικοί μαζί σου. Ντρέπεσαι και απολογείσαι για τη συμπεριφορά σου. Κατηγορείς τον εαυτό του μπροστά στους άλλους. Όταν οι άν­θρωποι είναι καλοί μαζί σου, αποστασιοποιείσαι ή υπονομεύεις κα­τά κάποιον τρόπο τη σχέση. Προσπαθεί νας διατηρήσεις το status quo. Όταν το περιβάλλον γίνεται ζεστό και φιλικό, αλλάζεις την κατάσταση, ώστε να μπορεί να επανέλθεις σ' αυτή την παλιά, γνωστή κατάσταση ντροπής και απόρριψης. Αν για μια στιγμή νιώσεις ανώτερος ή ισότιμος, καταφέρνεις κατά κάποιον τρόπο να επιστρέψεις σε μια κατώτερη θέση.

Η Υποχώρηση συμπεριλαμβάνει όλα τα αυτοκαταστροφικά σενάρια που επαναλαμβάνουμε διαρκώς. Είναι ο τρόπος με τον οποίο ανακυκλώνουμε τη ζωή της παιδικής μας ηλικίας. Γινόμα­στε πάλι εκείνα τα παιδιά που ζούμε πάλι τις ίδιες τραυματικές εμπειρίες. Η υποχώρηση παρατείνει τις καταστάσεις της παιδικής μας ηλικίας και στην ενήλικη ζωή μας. Για το λόγο αυτό συχνά μάς κάνει να νιώθουμε εντελώς ανήμποροι ν' αλλάξουμε. Το μόνο που ξέρουμε είναι η παγίδα από την οποία ποτέ δε δραπετεύουμε. Πρόκειται για έναν αυτο-διαιωνιζόμενο φαύλο κύκλο.



Υποσημείωση (που βρήκα τυχαία):
Σάββατο, Ιανουάριος 19, 2008
 
Εξασφαλισμένη η ανωνυμία στα blogs...
.
Προς ενημέρωση των συνbloggers (και όχι μόνο). Η αμερικανική νομοθεσία προστατεύει το απόρρητο των blogs με κατάληξη σε .com
..
Καθώς (τα γνωστά ) πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στην ειδησεογραφία των τελευταίων ημερών, θεωρώντας ότι θίγονται από τα ψηφιακά δημοσιεύματα σε ορισμένα blogs, εξέφρασαν την πρόθεσή τους να προβούν σε μηνύσεις, το http://www.greece-salonika.blogspot.com/ ανέρτησε σήμερα ένα δημοσίευμα με το τι προβλέπεται σε τέτοιες περιπτώσεις...
Καταρχήν ο εντοπισμός ενός blogger δεν είναι απλή υπόθεση, ειδικά αν το επίμαχο ιστολόγιο φιλοξενείται σε μία από τις (δωρεάν) υπηρεσίες διαδικτυακών κολοσσών, όπως η Google (blogspot.com) ή η Wordpress.com. Τo "απόρρητο" των blogs με κατάληξη σε .com, καλύπτεται απ΄την Αμερικανική νομοθεσία, βάση της συμφωνίας που κάνει ο εν δυνάμει νέος μπλόγκερ με την εταιρεία που φιλοξενεί το blog του τη στιγμή που πατάει το "I agree" στους όρους που θέτει η εκάστοτε εταιρεία πριν επιτρέψει τη λειτουργία του νέου ιστοτόπου.
H Αμερικανική νομοθεσία, που είναι χρόνια μπροστά σε τέτοια θέματα, προβλέπει ρητά πως "δεν επιτρέπεται να γίνει άρση του απορρήτου λόγω συκοφαντικής δυσφήμισης". Αυτός είναι και ο λόγος που το blogme.gr είχε τα γνωστά προβλήματα (λόγω της κατάληξης σε .gr), ενώ δεν είχε πρόβλημα το blog που φιλοξενούνταν στις σελίδες του και για του οποίου τα δημοσιεύματα μήνυσε το blogme.gr ο κ.Λιακόπουλος...
Αυτό είναι και το κλειδί σε κάθε υπόθεση. Αν ο εισαγγελέας που το χειρίζεται κρίνει ότι δεν πρόκειται για συκοφαντική δυσφήμηση , αλλά για πράξη κακουργηματικού χαρακτήρα (όπως είναι ο εκβιασμός) ΜΟΝΟ TOTE γίνεται άρση απορρήτου και το αρμόδιο τμήμα της Ασφάλειας μπορεί να εντοπίσει,μετά από εισαγγελική εντολή,- σχετικά εύκολα είναι αλήθεια - τα ηλεκτρονικά ίχνη του blogger.
Στις ΗΠΑ, οι bloggers προστατεύονται από το πρώτο άρθρο του Συντάγματος, που δίνει σε όλους "το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου". Κανένα αμερικανικό δικαστήριο, ωστόσο, δεν έχει κληθεί να αποφανθεί για τους νόμους που οφείλουν να ακολουθούν οι bloggers της χώρας. Πρόσφατα όμως έγιναν κάποια πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
To 2006, το Ανώτατο Δικαστήριο της Καλιφόρνιας γνωμοδότησε ότι οι bloggers "δεν θα διώκονται ποινικά αν ο διαδικτυακός τους τόπος φιλοξενεί σχόλια αναγνωστών που είναι συκοφαντικά προς τρίτα πρόσωπα ." Λίγο αργότερα μάλιστα το ίδιο δικαστήριο αναγνώρισε και το δικαίωμά τους "να μην αποκαλύπτουν τις πηγές τους"...
http://greece-salonika.blogspot.com/2008/01/bloggers.html

# posted by press.gr@hotmail.com @ 1:35:00 πμ

Madame S είπε...

Καλά ρε φίλε, και μεις ερωτευτήκαμε αλλά δεν κάναμε έτσι! Γιατί δεν το δέχεσαι ότι δεν σε γουστάρει να ξεκολλήσεις; Και τα ψυχοφάρμακα μην τα σταματας απότομα χωρίς εντολή γιατρού, γιατί όπως βλέπεις οι συνέπεις είναι ολέθριες για σένα. Προσωπικά έχω μαζέψει όλα αυτά που γράφεις σ'ένα φάκελο και σε λίγους μήνες [γιατί κάνω ειδίκευση στην ψυχιατρική] θα παρουσιάσω την περίπτωσή σου στο εργαστήριο. Επειδή όμως σε λυπάμαι για το χάλι σου, να σου πω από τώρα ότι είσαι το πειραματόζωο ενός πειράματος που βρίσκεται σε εξέλιξη τους τελευταίους μήνες, το οποίο έχει τιμής ένεκεν την επονομασία Παβλόφ. Κατά τη διάρκεια του πειράματος λοιπόν αυτού μια παρέα ψυχολόγων γράφει κάποιες λέξεις-κλειδιά στο ίντερνετ και εσύ με μαθηματική ακρίβεια ανταποκρίνεσαι με παρανοικά, ασυνάρτητα μηνύματα που αφορούν μια γνωστή και όμορφη ψυχολόγο που σου έχει κάνει μάγια τα οποία δεν μπορείς να λύσεις παρά το γεγονός ότι κάποτε είχες προσπαθήσει να σπουδάσεις ψυχολογία , αστρολογία, βουντού και κομμωτική(ευτυχώς που στην τελευταία τέχνη διέπρεψες!). Στις αναμενόμενες λοιπόν απαντήσεις σου στα διάφορα διαβολικά μηνύματα των εν λόγω ψυχολόγων (που τυγχάνουν και θαυμαστές της ψυχολόγου που σε έχει μαγέψει) εσύ απαντάς πάντα αποκαλύπτοντας περισσότερα στοιχεία για την paranoid obsessive psychosis που σε βασανίζει προφέροντας με τον τρόπο αυτό πολύτιμη βοήθεια στους επιστήμονες που συγκεντρώνουν και αρχειοθετούν στοιχεία. Το όνομά σου στο συγκεκριμένο πείραμα είναι 'σκυλί του Παβλόφ΄και αυτό προαπάθησε να το θυμάσαι κάθε φορά που τα σάλια σου τρέχουν ασυγκράτητα πάνω από το μπλoγκ της γνωστής ψυχολόγου.

Ψυχολόγος είπε...

Το προηγούμενο σχόλιο γράφτηκε από την συγγραφέα του www.evastamou.blogspot.com

Σχόλια ............... ;

Ειρήνη είπε...

Εύα Καλημέρα,

Διάβασα το έντονο υβριστικό ύφος στο παραπάνω σχόλιο και ένιωσα πολύ άσχημα.

Μπορείς σε παρακαλώ να μου το σχολιάσεις;

Ευα είπε...

Αγαπητή μου Ειρήνη,

Πρέπει να ξέρεις ότι σε σχέση με αυτά που διάβασες και που σε πλήγωσαν «μπορεί μια συμπεριφορά του άλλου να την κρίνεις με βάση μια δικιά σου αξιολόγηση του εαυτού σου και όχι ότι είναι ανεξάρτητη της δικιάς σου συμπεριφοράς και έχει να κάνει με το χαρακτήρα ενός άλλου ανθρώπου».

Αυτό είναι το ένα, και το άλλο είναι ότι «μπορεί να έχει την πρόθεση να είναι γενικώς αγενής, είτε είσαι εσύ είτε είναι κάποιος άλλος». Δεν έχει να κάνει λοιπόν με εσένα, αλλά έχει να κάνει με το δικό του εαυτό, που μπορεί να έχει μια άλφα αδυναμία, ένα άλφα πρόβλημα, μία άλφα συμπεριφορά, όπου εσύ δεν έκανες τίποτα για να την προκαλέσεις. Προβλήθηκε επειδή τέτοια συμπεριφορά έχει αυτός ο άνθρωπος.

Άρα εδώ είναι το διεργασικό λάθος της «προσωποποίησης», όπου εσύ αναλαμβάνεις την ευθύνη για το επειδή ο άλλος αντέδρασε κατ’ αυτό τον τρόπο.

Αυτό αφορά ιδιαίτερα επικοινωνίες για τις οποίες εμείς δεν έχουμε αναπτύξει ιδιαίτερα κάποιες σχέσεις με έναν άνθρωπο. Γιατί όταν πάμε στη συναλλακτική ανάλυση, αφορούν επικοινωνίες όπως μεταξύ συζύγων, υπάρχει ένα feedback συνεχόμενο, δηλαδή η αλληλοκατηγορίες για το πως ο ένας φέρεται στον άλλον και το τι έχει φτιάξει ο άλλος στο μυαλό, γιατί ο άλλος φέρεται έτσι, είναι κάτι το οποίο θέλει περισσότερη δουλειά.

Αλλά για επαφή με αγνώστους όπου δεν υπήρχε ήδη προϋπάρχουσα ιστορία στις σχέσεις μας μαζί τους , κάποιες φορές οι συμπεριφορές των άλλων είναι αυτές που είναι και δεν σημαίνει τίποτα για σένα. Σημαίνει για σένα η συμπεριφορά του άλλου μόνο όταν έχεις εσύ αλληλεπιδράσει μ’ αυτόν αρκετά, για να του έχεις δημιουργήσει κάποιες εικόνες, σχετικά με εσένα, με το τι να περιμένει από εσένα.

Αλλά στη συμπεριφορά προς ένα άγνωστο, όπου απλά λες κάτι, κάνεις κάποια ερώτηση ή κάνεις οτιδήποτε, αν αυτός δεν απαντήσει με ένα τρόπο που εσύ αισθάνεσε ικανοποίηση, δεν αφορά εσένα αυτό. Αφορά αυτόν, γιατί αυτός έχει το πρόβλημά του. Άρα μη το παίρνεις προσωπικά.

Προσωπικά να παίρνεις μόνο αυτές τις επικοινωνίες όπου έχεις συμβάλει ενεργά, με χρόνο και πολλή αλληλεπίδραση, ώστε ο άλλος να έχει μια εικόνα για σένα. Στις άλλες επικοινωνίες στις πιο συμβατικές πολύ κοινωνικές, στον έχω χώρο, ο άλλος τι αλληλεπίδραση έχει από σένα προηγούμενη, για να βγάλει ένα συμπέρασμα αρνητικό για σένα; Δεν έχει.

Άρα όταν σκέφτεσαι αυτό το κομμάτι της μη ανταπόκρισης, ας πούμε, της αρνητικής, για αγνώστους ή προσεγγίσεις του στυλ αυτού που λέμε στη στάση café, στο ένα, στο άλλο, αν κάποιος σου απαντήσει αρνητικά, δεν είναι επειδή εσύ έχεις κάποιο πρόβλημα. Είναι επειδή αυτός είναι αγενής ή αυτός έχει κάποιο πρόβλημα. Και θα φερόταν έτσι και σε άλλους. Αυτό είναι το συμπέρασμα


Με την ευκαιρία – και άσχετα με το μήνυμα που διάβασες και σε στενοχώρησε – σου παραθέτω δύο κομμάτια για να διαβάσεις και να κατατοπιστείς:


Πώς να συμπεριφεθείτε σε «σκιτζή», φερόμενο ως «γνωσιακό συμπεριφοριστή θεραπευτή», που θα θελήσει να σας ξεγελάσει.

Αν χρειαστείτε ποτέ να καταφύγετε στις υπηρεσίες ενός «γνωσιακού-συμπεριφοριστή θεραπευτή», για να μην πιαστείτε κώτσοι, ακολουθείστε τις παρακάτω οδηγίες:

1. Ποτέ, μα ποτέ μην πάτε σε αυτοδιαφημιζόμενο γνωσιακό συμπεριφοριστιστή θεραπευτή. Να πάτε μόνο αν κάποιος σας έχει συστήσει κάποιο θεραπευτή επειδή έχει βοηθήσει αποτελεσματικά κάποιον δικό του. Αλλιώς «καλύτερα να πεθάνετε χωρίς να καταφύγετε σε σκιτζή».

2. Μόλις πάτε στο ιατρείο του, δείτε αν στην είσοδο υπάρχει μεταλλική πλάκα με το όνομά του, την ιδιότητά του και τις ώρες υποδοχής. Οι «σκιτζήδες» δεν βάζουν ποτέ πλάκα με το όνομά τους.

3. Δείτε μπροστά στην πόρτα του μήπως αντί για το όνομά του αναφέρει π.χ. «Σύλλογος για τη γνωσιακή αναζωογόνηση της Φύσης» με καρφιτσωμένο ένα μπιλιετάκι του θεραπευτή (θα το βγάλει αμέσως μόλις φύγετε!). Αν υπάρχει κάτι τέτοιο, βάλτε το στα πόδια!

4. Δείτε μέσα στο ιατρείο του αν υπάρχει κορνιζαρισμένο το δίπλωμά του. Αν δεν υπάρχει, βάλτε το στα πόδια και πέστε του ότι σας έπιασε «κόψιμο». Μην τον ρωτήσετε που σπούδασε (θα προλάβει να κλειδώσει την εξώπορτά του). Μην απαντάτε στις ερωτήσεις του την ώρα που θα τρέχετε προς την πόρτα.

5. Στην ερώτηση που θα σας κάνει «τι πρόβλημα έχετε», απαντήστε του με δική σας ερώτηση «τι κλινική εμπειρία έχετε;». Αν παρατηρήσετε ότι αρχίσει να βήχει ή απαντήσει «τι σας ενδιαφέρει αυτό, πέστε μου το πρόβλημά σας», πέστε «Α, δεν είναι εδώ το Φοροτεχνικό Γραφείο του κυρίου Μανώλη; Με συγχωρείτε..»και βάλτε το στα πόδια!

6. Αν μείνετε να απαντήσετε στις ερωτήσεις του, σκεφθείτε ότι όσο πιό βαθειά του ανοιχτείτε, εξομολογούμενοι το πρόβλημά σας, τόσο θα μεγαλώσει η αμοιβή που θα σας ζητήσει και αφού πιστέψει ότι είσαστε πολύ απελπισμένοι, θα σας φερθεί κτηνωδώς. Πέστε του «θα δούμε αν ταιριάζουν οι χημείες των οργανισμών μας και θα αποφασίσω αν θα κάνουμε θεραπεία». Αν σας πεί ότι πρώτα θα σας εξετάσει σε 4-5 συνεδρίες, προτού αποφασίσει πόσο θα κρατήσει η θεραπεία, πέστε του «ο αδελφός μου είναι υποδιευθυντής στην Υπηρεσίας Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος» και θα δείτε το θεραπευτή να μαλακώνει.

7. Ρωτήστε τον αν γνωρίζει τη Τζούντιθ Μπεκ. Τα 99% των γνωσιακών θεραπευτών στην Ελλάδα δεν γνωρίζουν το όνομα του ιδρυτή της γνωσιακής θεραπείας Aaron Beck και της κόρης του Τζούντιθ Μπεκ που είναι πρόεδρος γνωστού ινστιτούτου στην Αμερική. Από την απάντηση θα καταλάβετε αν είναι σκιτζής ή όχι.
Ρωτήστε τον επίσης (α) αν έχει ο ίδιος Γνωσιακό Επιθεωρητή που τον συμβουλεύεται (αν έχει θα ακούει όχι εσάς αλλά τον υποβολέα επιθεωρητή του και εσάς δεν θα σας ρωτάει καν) β) αν κατά τις συνεδρίες εφαρμόζει τους κανόνες της Τζούντιθ Μπεκ (ορίζουμε μαζί την ημερήσια διάταξη με τα σπουδαιότερα και τα άλλα τα αφήνουμε για την επόμενη συνεδρία, ανακεφαλαιώνουμε στο τέλος να δουμε αν σας έμεινε τίποτα, συνδέουμε τη συνεδρία με την προηγούμενη, εξετάζουμε συστηματικά τις αρνητικές σκέψεις, βρίσκουμε τις ενδιάμεσες και τις κεντρικές πεποιθήσεις κατά επιστημονικό τρόπο). Αν δεν τα κάνει αυτά, ζητήστε απόδειξη προτού τελειώσει την απάντησή του.

8. Ρωτήστε τον αν έχει σταθερό τηλέφωνο. Αν σας απαντήσει ότι έχει μόνο κινητό, βάλτε το στα πόδια. Ο τύπος έχει ιατρείο με χρονομίσθωση μαζί με άλλους πενήντα (σκεφτείτε να είστε σε κρίσιμη κατάσταση και να θέλετε να ζητήστε τη βοήθειά του και να παίρνετε την απάντηση «η κλήση σας προωθείται»).

9. Τελειώσατε. Κάνατε το λάθος να του ανοίξετε τα εσώψυχά σας. Τώρα έρχεται η τιμωρία: Η αμοιβή μου είναι 120 Ευρώ. Μην τον ρωτήσετε αν θα σας δώσει απόδειξη. Η απάντησή του θα είναι ένα απλό «ευχαριστώ». Μόλις σας πει «120 Ευρώ» να του πείτε ευθαρσώς «κάνε ό,τι θες, αλλά τα 120 Ευρώ δεν θα τα πάρεις. Θα σε καταγγείλω στην Εφορία ότι δέχεσαι πελατεία και δεν έχεις μπλοκάκι!». Μάλλον ο «Επιθεωρητής του» θα του πει να βάλει τόπο στην οργή γιατί θα μπλέξουν και οι συνάδελφοί του και έτσι θα την έχετε βγάλει καθαρή χωρίς να πληρώσετε τίποτα. Γι’ αυτό καλό είναι να πηγαίνετε στην πρώτη επίσκεψη με ένα ψευδώνυμο και με μια φανταστική διεύθυνση («Πλατεία Ηλιόκαμπου αριθμό 9, Ημιόροφος»).

10. Προτού φύγετε, φωτογραφίστε το θεραπευτή και το χώρο του με το κινητό σας (ποτέ δεν ξέρεις!). Φεύγοντας, βεβαιωθείτε ότι πήρατε όλα τα πράγματά σας. Αν ξεχάσατε κάτι, δεν θα σας επιτραπεί να επιστρέψετε για να το πάρετε.



∆ηµοσιεύθηκε στην εφηµερίδα ΑΝΙΜΑ, στο φύλλο Β-36,
Ιούλιος - Σεπτέµβριος 2006.
Malpractice: Παραβίαση της
δεοντολογίας στην άσκηση του
επαγγέλµατος του Ψυχολόγου
Αθανασία Μαυροειδή
&
Κωνσταντίνος Ευθυµίου
M.Sc. Κλινικής Ψυχολογίας
M.Sc. Κλινικής Ψυχολογίας
Τι είναι malpractice;
Ο όρος malpractice (παραβίαση δεοντολογίας) αφορά στην αντιµετώπιση ενός πελάτη από τον θεραπευτή
του µε τρόπο ο οποίος δεν συµβαδίζει µε τους γενικά αποδεκτούς κανόνες άσκησης του επαγγέλµατος
(Hansen & Goldberg, 1999). Ο ψυχοθεραπευτής ο οποίος ενάγεται για malpractice θα κατηγορηθεί από
το δικαστήριο, εάν αποδειχτεί ότι ο θεραπευτής είχε καθήκον απέναντι στον συγκεκριµένο πελάτη,
παραβίασε αυτό το καθήκον και αυτό είχε ως αποτέλεσµα να προκληθεί βλάβη στον πελάτη του (Bennett
& et al., 1990; Stromberg & et al., 1988; Reid, 1999). Ένας θεραπευτής µπορεί να κατηγορηθεί για
malpractice σε τοµείς όπως αποτυχία να εξασφαλίσει συγκατάθεση (failure to obtain informed consent),
λάθος διάγνωση, αµελή θεραπεία, αποτυχία στην πρόληψη βλάβης, σεξουαλική επαφή µε τον πελάτη,
ακατάλληλη παραποµπή, ανεπαρκής εποπτεία, παραβίαση απορρήτου, εσκεµµένη άσκηση
συναισθηµατικού στρες, άσκηση επιρροής και συκοφάντησης (Hansen, & Goldberg 1999; Reid, 1999).
O Barrett (2001) προτείνει κάποιες πρακτικές οι οποίες υποδεικνύουν ότι ο θεραπευτής δεν ασκεί
κατάλληλα το επάγγελµά του.

Υποστηρίζει ότι η ψυχοθεραπεία έχει ως στόχο όχι µόνο να βοηθήσει τον
πελάτη να επιλύσει τα προβλήµατά του αλλά και να ανεξαρτητοποιηθεί από τον θεραπευτή του. Όσον
αφορά τον πρώτο στόχο της θεραπείας σχετικά µε την επίλυση των προβληµάτων του πελάτη ο Barrett
(2001) υποστηρίζει ότι πολλές φορές οι θεραπευτές δίνουν συµβουλές στους θεραπευόµενούς τους µε βάση
τις δικές τους προσδοκίες και όχι τις πραγµατικές ανάγκες του πελάτη τους. Αναφέρει χαρακτηριστικά µία
περίπτωση στην οποία ο θεραπευτής σύστησε διακοπές σε έναν πελάτη ο οποίος έπασχε από κατάθλιψη και
αϋπνία καθώς ανησυχούσε υπερβολικά για την επιχείρηση του. Η κατάσταση του πελάτη επιδεινώθηκε
κατά την διάρκεια των διακοπών καθώς οι ανησυχίες του έγιναν χειρότερες. Όσον αφορά τον δεύτερο
στόχο της ψυχοθεραπείας, την ανεξαρτητοποίηση δηλαδή του θεραπευόµενου από τον θεραπευτή του, ο
Barrett (2001) αναφέρει ότι η µη οριοθέτηση της σχέσης µεταξύ θεραπευτή και θεραπευόµενου συντελεί
στην εξάρτηση του θεραπευόµενου από τον θεραπευτή και στην αποτυχία της ψυχοθεραπείας.

Σύµφωνα µε
τον Barrett (2001), παραδείγµατα µη οριοθέτησης είναι τα εξής:
Η ενθάρρυνση ή η µη αποθάρρυνση του πελάτη να τηλεφωνεί όποτε αντιµετωπίζει οποιαδήποτε
δυσκολία στον θεραπευτή του
Η µη τήρηση των χρονικών ορίων της συνεδρίας
Η σωµατική επαφή µε τον πελάτη
Η συζήτηση µε τον πελάτη σχετικά µε άλλους πελάτες
Η αποκάλυψη από τον θεραπευτή προσωπικών του ζητηµάτων στον πελάτη (π.χ. τις σεξουαλικές
του εµπειρίες)
Η αποδοχή ή η προσφορά από τον θεραπευτή ενός ακριβού δώρου
Το να ντύνεται ο θεραπευτής µε τρόπο προκλητικό και σαγηνευτικό
Το να αγνοεί τις χρηµατικές οφειλές του πελάτη
Το να µειώνει την χρηµατική του αµοιβή, όταν ο πελάτης είναι σε θέση να ανταποκριθεί

Το να αναθέτει στον πελάτη ή να δέχεται εξυπηρετήσεις από τον πελάτη

Το να χρησιµοποιεί τις πληροφορίες που του δίνει ο πελάτης για προσωπικό όφελος (π.χ. µία καλή
ευκαιρία επένδυσης)

Το να συζητά ο θεραπευτής τα δικά του προβλήµατα µε τον πελάτη του
Το να προωθεί ο θεραπευτής τις δικές του προσωπικές αντιλήψεις και πιστεύω στον πελάτη, όπως
π.χ. τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις
Σύµφωνα µε πολλούς θεραπευτές η παραβίαση και η µη τήρηση των αρχών που διέπουν την ψυχοθεραπεία
οδηγεί σε αποτυχία και πιθανή βλάβη του θεραπευόµενου (Hansen & Goldberg, 1999; Barrett, 2001;
Αναγνωστοπούλου, 2002). Οι Rope και Vasquez (1998) στο βιβλίο τους Ethics in psychotherapy and
Counseling: A Practical Guide διαπραγµατεύονται ζητήµατα δεοντολογίας στην κλινική πρακτική και στην
συµβουλευτική. Ενδιαφέρον παρουσιάζει µία λίστα από 20 διατυπώσεις οι οποίες αφορούν στην παραβίαση
δεοντολογίας. Οι ίδιες οι συγγραφείς επισείουν την προσοχή των ψυχοθεραπευτών στις διατυπώσεις αυτές,
οι οποίες όπως τονίζουν, «δικαιολογούν και εκλογικεύουν τακτικές παραβίασης δεοντολογίας µε τρόπο που
να κάνει την ζωή µας ως κλινικούς πιο εύκολη» (Rope & Vasquez, 1998). Μερικές από τις διατυπώσεις που
αναφέρονται στην λίστα αυτή είναι οι ακόλουθες:

Μία πρακτική δεν αποτελεί παραβίαση της δεοντολογία αν γνωρίζω τουλάχιστον πέντε κλινικούς οι
οποίοι ακολουθούν την ίδια πρακτική.

Μία πρακτική δεν αποτελεί παραβίαση της δεοντολογίας αν κανένας πελάτης δεν έχει παραπονεθεί
ποτέ για αυτήν.

Μία πρακτική δεν αποτελεί παραβίαση της δεοντολογίας αν ο πελάτης έχει συµφωνήσει για την
εφαρµογή της.

∆εν παραβιάζει ένας κλινικός την δεοντολογία αν κάποια µέρα λόγω κούρασης ή ασθένειας δεν
κατέβαλλε την καλύτερη δυνατή προσπάθεια.

Μία πρακτική δεν αποτελεί παραβίαση της δεοντολογίας αν η πρόθεση του κλινικού δεν ήταν η
βλάβη του πελάτη.

Μία πρακτική δεν αποτελεί παραβίαση της δεοντολογίας αν δεν µπορεί να αποδειχτεί ως τέτοια.
Οι Rope, Tabachnick και Keith-Spiegel (1988, 1998) έχουν διεξάγει δύο έρευνες στις οποίες µελετούν τις
απόψεις ψυχολόγων, οι οποίοι είναι εγγεγραµµένοι στον Αµερικάνικο Ψυχολογικό Σύλλογο (A.P.A.) όσον
αφορά πρακτικές οι οποίες θα µπορούσαν να θεωρηθούν καλές (good) ή ανεπαρκείς (poor) (1988) και
δεοντολογικές ή µη δεοντολογικές (1998). Οι ψυχολόγοι καλούνταν να επιλέξουν από 83 κλινικές
πρακτικές, πόσες από αυτές έχουν οι ίδιοι εφαρµόσει, πόσες τις θεωρούν µη δεοντολογικές και πόσες καλές
ή ανεπαρκείς (Rope, Tabachnick & Keith-Spiegel, 1998). Η έρευνα του 1998 έδειξε ότι οι ψυχολόγοι
θέτουν πιο αυστηρά κριτήρια όσον αφορά πρακτικές που τις χαρακτηρίζουν ως καλές σε σχέση µε
πρακτικές που τις χαρακτηρίζουν ως δεοντολογικές.

Για παράδειγµα οι ψυχολόγοι θεωρούν παραβίαση της
δεοντολογίας το να περιορίζονται οι σηµειώσεις του ψυχολόγου µόνο στα στο όνοµα του πελάτη, στην
ηµεροµηνία και στο χρηµατικό ποσό που θα πληρώσει ως αναµφισβήτητα αντιδεοντολογικό σε ποσοστό
41% ενώ την ίδια πράξη την θεωρούν ως ανεπαρκή κλινική πρακτική σε ποσοστό 66,7% (Rope,
Tabachnick & Keith-Spiegel, 1998).

Οι ερευνητές δηλώνουν ότι η τάση αυτή αφορά στο σύνολο των 83
κλινικών πρακτικών (Rope, Tabachnick & Keith-Spiegel, 1998). Από την παραπάνω έρευνα φαίνεται ότι οι
κλινικές πρακτικές που εφαρµόζουν οι ψυχολόγο συσχετίζονται σε µεγαλύτερο βαθµό µε τις πρακτικές που
χαρακτηρίζουν ως καλές και όχι τόσο µε τις πρακτικές που χαρακτηρίζουν ως δεοντολογικές. Οι µόνες
εξαιρέσεις που παρατηρήθηκαν από αυτή την τάση, δηλαδή την εφαρµογή µίας κλινικής πρακτικής που να
συµβαδίζει περισσότερο µε πρακτικές που έχουν αξιολογηθεί ως δεοντολογικές και όχι καλές, αφορούν
στην εχεµύθεια (να συζητάς για ένα πελάτη µε το όνοµά του µε φίλους, να συζητάς για έναν πελάτη χωρίς
να αναφέρεις το όνοµά του µε φίλους και η αποκάλυψη εµπιστευτικών πληροφοριών χωρίς πρόθεση), και
στις παρακάτω πρακτικές: να εργάζεσαι όταν είσαι υπερβολικά αγχωµένος για να είσαι αποτελεσµατικός, να
διεξάγεις θεραπεία υπό την επήρεια αλκοόλ, να παρέχεις υπηρεσίες σε τοµείς στους οποίες δεν είσαι
επαρκείς, να επιτρέπεις σε ένα πελάτη να χρωστά πολλά χρήµατα, να αποκαλείς τον πελάτη µε το µικρό
του όνοµα και να συνυπογράφεις για ώρες εποπτείας οι οποίες δεν έχουν πραγµατοποιηθεί (Rope,
Tabachnick & Keith-Spiegel, 1998).

Η παραπάνω έρευνα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς
φαίνεται ότι οι ψυχολόγοι δεν είναι αφενός επαρκώς ενηµερωµένοι για θέµατα δεοντολογίας και αφετέρου
στην κλινική πρακτική φαίνεται να δίνουν περισσότερο έµφαση στην εφαρµογή πρακτικών τις οποίες
αξιολογούν ως καλές και όχι τόσο σε πρακτικές που τις αξιολογούν ως αντιδεοντολογικές.

Σύµφωνα µε
τους ερευνητές η µη τήρηση του Κώδικα ∆εοντολογίας µπορεί να συσχετίζεται και µε τις ελλείψεις του και
προτείνουν συστηµατικότερες µελέτες ώστε να διερευνηθεί η στάση των ψυχολόγων απέναντι στον κώδικα
και η αναπροσαρµογή του ώστε «να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του επαγγέλµατος και να µην χρειάζεται
πλέον η παρέµβαση τρίτων (π.χ. δικαστηρίου) για την ρύθµιση ζητηµάτων δεοντολογίας» (Rope,
Tabachnick & Keith-Spiegel, 1988).
Παραπάνω έγινε µία σύντοµη αναφορά σε πρακτικές οι οποίες είτε παραβαίνουν τον νόµο είτε αντιβαίνουν
στις αρχές της ψυχοθεραπείας και σε δύο έρευνες οι οποίες µελετούν τις αντιλήψεις των ψυχολόγων σχετικά
µε ποικίλες κλινικές πρακτικές.

Στην συνέχεια θα αναφερθούµε σε δύο σηµαντικά ζητήµατα παραβίασης
της δεοντολογίας. Το πρώτο θέµα αφορά την επαγγελµατική επάρκεια και θα συζητηθούν ζητήµατα που
αφορούν στα προβλήµατα που απορρέουν από την έλλειψη γενικευµένων και εξειδικευµένων γνώσεων, από
την ακατάλληλη κλινική κρίση και από ορισµένα αρνητικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του
θεραπευτή.

Το δεύτερο θέµα αφορά σε ζητήµατα απορρήτου και εχεµύθειας. Η επιλογή αυτή βασίζεται
στο γεγονός ότι


α) η επαγγελµατική ανεπάρκεια φαίνεται να συσχετίζεται µε την αποτυχία στην ψυχοθεραπεία (Persons &
Mikami, 2002), και πολλές φορές έχει ως συνέπεια την απώλεια εµπιστοσύνης απέναντι στα επαγγέλµατα
ψυχικής υγείας) και τις ποινικές διώξεις των ψυχοθεραπευτών εξαιτίας δεοντολογικών παραβιάσεων (Jensen,
1979; Hogan, 1979, Αναγνωστοπούλου, 2002) και

β) η άρση του απορρήτου φαίνεται να είναι µία από τις πιο συχνές παραβιάσεις του κώδικα δεοντολογίας,
(Pope & Vasquez, 2002; Pope & Bajt, 1998; Pope & Vetter,1998).


Η κλινική ανεπάρκεια και πώς αυτή συντελεί στην παραβίαση της δεοντολογίας
Α) Κλινική Επάρκεια και Κλινική Ανεπάρκεια
Οι Overholser και Fine (1990) υιοθετούν το σύστηµα κατηγοριοποίησης της κλινικής επάρκειας το οποίο
είχε προταθεί από τον Norman (1985) και περιγράφουν πέντε τοµείς σχετικά µε την ταξινόµηση των
στοιχείων επάρκειας τα οποία είναι απαραίτητα για την ποιότητα των ψυχολογικών υπηρεσιών: γνώση και
κατανόηση, κλινικές δεξιότητες, τεχνικές δεξιότητες, επίλυση προβληµάτων και κλινική κρίση και
προσωπικά χαρακτηριστικά. Η κλινική επάρκεια κρίνεται ως σηµαντική δεξιότητα και από τον Κώδικα
∆εοντολογία τόσο της Αµερικάνικής Ψυχολογικής Εταιρείας (A.P.A., 1992) όσο της Βρετανικής
Ψυχολογικής Εταιρείας (B.P.S., 1991).

Στον Κώδικα ∆εοντολογίας της Αµερικάνικης Ψυχολογικής
Εταιρείας αναφέρονται τα εξής σχετικά µε την επάρκεια:
«Οι ψυχολόγοι προσπαθούν να εξασφαλίσουν κα να διατηρήσουν υψηλά επίπεδα επάρκειας στην δουλειά τους.

Αναγνωρίζουν τα όρια των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους και τους περιορισµούς της ειδικότητάς τους. Παρέχουν µόνο
εκείνες τις υπηρεσίες και χρησιµοποιούν εκείνες µόνο τις τεχνικές για τις οποίες διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα
λόγω των σπουδών τους, της εκπαίδευσης ή της εµπειρίας τους.

Οι ψυχολόγοι αναγνωρίζουν ότι η επάρκεια που
απαιτείται για την παροχή υπηρεσιών καθώς και για την διδασκαλία /ή και την µελέτη διαφόρων οµάδων ατόµων
ποικίλει ανάλογα µε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των οµάδων. Σε τοµείς όπου δεν υπάρχουν ακόµα
αναγνωρισµένα επαγγελµατικά κριτήρια, οι ψυχολόγοι φροντίζουν να είναι προσεκτικοί και να παίρνουν όλες τις
αναγκαίες προφυλάξεις για να προστατεύσουν την ευηµερία των πελατών τους. Επίσης οι ψυχολόγοι φροντίζουν να
ενηµερώνονται για τις επαγγελµατικές και επιστηµονικές γνώσεις που αφορούν τις υπηρεσίες που παρέχουν και
αναγνωρίζουν την ανάγκη για διαρκή µετεκπαίδευσή τους. Οφείλουν τέλος να χρησιµοποιούν µε κατάλληλο τρόπο τους
υπάρχοντες επιστηµονικούς, επαγγελµατικούς, τεχνικούς και διοικητικούς πόρους» (Α.Ρ.Α., 1992).

Στον Κώδικα της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρείας αναφέρονται τα εξής:

«Οι ψυχολόγοι πρέπει να διατηρήσουν και να αναπτύξουν την επαγγελµατική τους επάρκεια, να αναγνωρίζουν τα όριά
της και να εργάζονται µέσα σε αυτά, να προσδιορίζουν και να βελτιώνουν τους παράγοντες που την περιορίζουν.

Ειδικότερα:

i.
Απέχουν από την διεκδίκηση, άµεση ή έµµεση, προσόντων ή θέσεων που δεν κατέχουν στον χώρο της
ψυχολογίας στις οποίες δεν έχουν επάρκεια, και από τη διεκδίκηση χαρακτηριστικών ή ικανοτήτων που δεν
κατέχουν.

ii.
Αναγνωρίζουν τα όρια των ικανοτήτων τους και δεν προσπαθούν να εξασκήσουν κάθε µορφή ψυχολογίας για
την οποία δεν έχουν την απαραίτητη προετοιµασία ή τα ειδικά προσόντα, όπου απαιτούνται.

iii.
Παίρνουν όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις για να διασφαλίσουν ότι τα προσόντα, οι ικανότητες ή οι απόψεις
τους δεν παρουσιάζονται διαστρεβλωµένες από άλλους και διορθώνουν τέτοιου είδους παρεξηγήσεις.

iv.
Σε περίπτωση που ζητηθεί να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, ενώ κρίνουν ότι είναι εκτός των προσωπικών
τους δυνατοτήτων, προσφέρουν κάθε δυνατή βοήθεια, ώστε η παροχή αυτών των υπηρεσιών να γίνει από τα
αρµόδια πρόσωπα.

v.
Λαµβάνουν όλα τα απαραίτητα µέτρα γι’ αυτούς που εργάζονται κάτω από την άµεση επίβλεψή τους για να
είναι βέβαιοι ότι αυτοί συµµορφώνονται µε όλα τα παραπάνω και ιδιαίτερα ότι αναγνωρίζουν τα όρια των
ικανοτήτων τους και δεν προσπαθούν να εξασκήσουν το επάγγελµα πέρα από αυτά» (B.P.S., 1991).

Σύµφωνα µε τους Overholser και Fine (1990) οι κατευθυντήριες γραµµές του Κώδικα ∆εοντολογίας δεν
δίνουν επαρκή περιγραφή της πολυδιάστατης έννοιας της κλινικής επάρκειας. Παρακάτω περιγράφονται οι
πέντε αυτοί τοµείς κλινικής επάρκειας όπως τους προτείνουν οι Overholser και Fine (1990) και Norman
(1985).

α) Γνώση και Κατανόηση
Η γνώση και η κατανόηση αφορούν στις πληροφορίες σχετικά µε τις ψυχολογικές διεργασίες, την
αξιολόγηση και την διάγνωση, την ψυχοθεραπεία, την δεοντολογία και τους άλλους τοµείς (Overholser, &
Fine, 1990) οι οποίες αποκτούνται µέσω των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων τις οποίες παρακολουθούν οι
ψυχολόγοι και οι οποίες θεωρούνται απαραίτητες για την εξάσκηση του επαγγέλµατος (Αναγνωστοπούλου,
2002).

Ωστόσο φαίνεται από την σχετική βιβλιογραφία ότι αν και είναι σχετικά εύκολο να αποκτηθεί η
επαρκή γνώση, η γνώση αυτή (σε ποσοστό περίπου 50%) θα ξεχαστεί µέσα σε διάστηµα 10-12 χρόνων
(Dubin, 1972). Έτσι έχει προταθεί η συνεχής εκπαίδευση των ψυχολόγων (Jensen, 1979), η χρήση της
βιβλιογραφίας (Morrow-Bradley & Elliot, 1986) και η εκπαίδευση τους στις επιστηµονικές µεθόδους ώστε
οι ίδιοι να είναι σε θέση να διευρύνουν τις γνώσεις τους σχετικά µε το γνωστικό τους αντικείµενο
(Overholser & Fine, 1990).

Εξίσου σηµαντική πρακτική για την διασφάλιση της ποιότητας των
παρεχόµενων υπηρεσιών από τους ψυχολόγους είναι ο περιορισµός της επαγγελµατικής τους δράσης µόνο
στους τοµείς για τους οποίους έχουν εκπαιδευτεί και η χρήση των κλινικών τεχνικών που εφαρµόζουν µόνο
στις περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχει ένδειξη (Beutler, 1979; Overholser & Fine, 1990). Εξίσου
σηµαντική για την ποιοτική παροχή ψυχολογικών υπηρεσιών είναι και η ευθύνη του ψυχολόγου, σε
συνεργασία µε τον πελάτη, να αξιολογεί την πρόοδο της θεραπείας και να λάβει τις κατάλληλες κλινικές
αποφάσεις όταν αυτή αποδειχτεί ανεπαρκής (Keith-Spiegel & Koocher, 1985).

β) Κλινικές ∆εξιότητες
Οι γενικές κλινικές δεξιότητες αφορούν στις βασικές δεξιότητες της συνέντευξης οι οποίες είναι
απαραίτητες για την αξιολόγηση, την διαµόρφωση µίας καλής θεραπευτικής σχέσης και την θεραπευτική
διαδικασία (Overholser & Fine, 1990).

Στην βιβλιογραφία αναφέρονται ως απαραίτητες δεξιότητες
συνέντευξης και κλινικές τεχνικές από όλα τα µοντέλα ψυχοθεραπείας οι εξής: η ενσυναίσθηση, η ζεστασιά
και η αυθεντικότητα, η ψυχική ηρεµία και η ευαισθησία, η ικανότητα επικοινωνίας µε διάφορους τύπους
πελατών και η ικανότητα διατήρησης µίας επαγγελµατικής σχέσης µε τους πελάτες (Overholser &
Fine,1990).

Παρακάτω αναφέρονται τρία παραδείγµατα κλινικής ανεπάρκειας που αφορούν στις κλινικές δεξιότητες
(Αναγνωστοπούλου, 2002):

η µη επαρκή συναίνεση του πελάτη για ψυχοθεραπεία, η παροχή συµβουλών σε
βαθµό υπερβολικό και η ακατάλληλη αυτοαποκάλυψη του θεραπευτή (Overholser & Fine (1990).

Η µη
επαρκής ενηµέρωση του πελάτη όσον αφορά τις δυσκολίες του αλλά και τον τρόπο διεξαγωγής της
θεραπείας µπορεί να έχει ως αποτέλεσµα την µη επαρκή συναίνεση του πελάτη στην θεραπευτική
διαδικασία η οποία κρίνεται σηµαντική για την πορεία και την έκβαση της ψυχοθεραπείας (Person, 1989).

Η παροχή πλήθους συµβουλών από την πλευρά του θεραπευτή, φαίνεται ότι αν και µπορεί να οδηγήσει σε
γρήγορη θεραπευτική αλλαγή, η αλλαγή αυτή θα διαρκέσει λίγο (Rachman, 1976) και επιπλέον µπορεί να
συντελέσει στην εξάρτηση του θεραπευόµενου από τον θεραπευτή του (Thompson, 1983).

Τέλος, η άκαιρη
και ακατάλληλη αυτοαποκάλυψη του θεραπευτή µπορεί να προκαλέσει σύγχυση στον θεραπευόµενο
κάνοντας δυσδιάκριτα τα όρια της επαγγελµατικής σχέσης µεταξύ του θεραπευτή και του πελάτη
(Overholser & Fine, 1990).


γ) Τεχνικές ∆εξιότητες
Οι τεχνικές δεξιότητες είναι οι εξειδικευµένες διαδικασίες ή τεχνικές οι οποίες αφορούν είτε τεχνικές µίας
συγκεκριµένης θεωρητικής κατεύθυνσης (π.χ. Γ/Σ τεχνικές, Ψυχαναλυτικές τεχνικές κ.α.) είτε δεξιότητες
αξιολόγησης µέσω ψυχοµετρικών εργαλείων (π.χ. T.A.T. M.M.P.I., Bender-Gestalt κ.α.) και οι οποίες
έχουν αποκτηθεί µέσω συστηµατικής πρακτικής άσκησης (Overholser & Fine, 1990).

Οι τεχνικές
δεξιότητες αφορούν επίσης και τους τοµείς δράσης ενός κλινικού.(π.χ. ενήλικες, παιδιά, εθνότητα,
κοινωνικοοικονοµικό επίπεδο, κακοποιηµένες γυναίκες, συµπεριφοριστική ιατρική κ.τ.λ.) (Overholser &
Fine, 1990).

Η καλή χρήση των τεχνικών δεξιοτήτων διασφαλίζεται µέσω της επαρκούς γνώσης του
κλινικού για τις δυνατότητες τους (π.χ. για ποιες διαταραχές είναι κατάλληλη η κάθε τεχνική), τον τρόπο
εφαρµογής τους και τον πληθυσµό για τον οποίο είναι κατάλληλες.

δ) Επίλυση Προβληµάτων και κλινική κρίση
Η κλινική κρίση και η επίλυση προβληµάτων αποτελούν δύο βασικές δεξιότητες ενός ψυχολόγου καθώς
συµβάλουν τόσο στην ψυχολογική εκτίµηση και στην ικανότητα εφαρµογής των γνώσεων και των κλινικών
δεξιοτήτων για την θεραπεία ενός πελάτη όσο και στην διαχείριση κρίσεων που συχνά αντιµετωπίζει ένας
ψυχολόγος (Overholser & Fine, 1990).

Οι δεξιότητες αυτές βοηθούν τον ψυχολόγο να συγκεκριµενοποιήσει το πρόβληµα του πελάτη και
σχεδιάσει την κατάλληλη θεραπευτική παρέµβαση (Overholser & Fine, 1990).

Ο θεραπευτικός
σχεδιασµός περιλαµβάνει διατύπωση και έλεγχο υποθέσεων σχετικά µε την φύση του προβλήµατος του
συγκεκριµένου πελάτη και την ένταξη του προβλήµατος σε ένα εννοιολογικό πλαίσιο (Rersons, 1989).

Η
ευελιξία από την πλευρά του ψυχολόγου όσον αφορά την εφαρµογή του θεραπευτικού πλάνου είναι
απαραίτητη καθώς πολύ συχνά χρειάζεται θεραπευτικός επανασχεδιασµός για την αποτελεσµατική
αντιµετώπιση των προβληµάτων του πελάτη (Rersons, 1989).

Επίσης η κλινική κρίση είναι απαραίτητη για την αντιµετώπιση περιπτώσεων κρίσης όπως όταν οι πελάτες
έχουν τάσεις αυτοκτονίας ή απειλούν να προκαλέσουν κακό σε άλλους ή όταν είναι εριστικοί µε τους
θεραπευτές (Αναγνωστοπούλου, 2002). Σύµφωνα µε τους Overholser & Fine, (1990) η διαχείριση τέτοιων
καταστάσεων απαιτεί γνώση των σχετικών νόµων και κανόνων δεοντολογίας, εκπαίδευση στον χειρισµό και
στους αποτελεσµατικούς τρόπους αντιµετώπισής τους.
Φαίνεται εποµένως ότι η κλινική κρίση και η αντιµετώπιση προβληµάτων είναι δεξιότητες σηµαντικές για
την αντιµετώπιση µίας ποικιλίας κλινικών προβληµάτων και η απόκτησή τους είναι αποτέλεσµα
µεγαλύτερης κλινικής πείρας συγκριτικά µε τις γενικές κλινικές δεξιότητες (Schoon, 1985).

ε) Προσωπικά χαρακτηριστικά
Τα προσωπικά χαρακτηριστικά (η προσωπικότητα, η εξωτερική εµφάνιση, η κοινωνική συµπεριφορά και οι
κοινωνικές δεξιότητες, η αποτελεσµατική ή µη αντιµετώπιση των προσωπικών προβληµάτων) µπορεί να
επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόµου να λειτουργήσει ως επαγγελµατίας (Overholser & Fine, 1990).

Φαίνεται ότι όταν οι θεραπευτές δείχνουν ήρεµοι και µε αυτοπεποίθηση είναι πιο αποτελεσµατικοί ενώ
αντίθετα οι θεραπευτές οι οποίοι είναι αγχώδεις, αµήχανοι ή αβέβαιοι είναι πιθανό να µην κατορθώσουν να
διαµορφώσουν µία σχέση εµπιστοσύνης µε τους θεραπευόµενούς τους (Overholser, & Fine, 1990).

Άλλα
χαρακτηριστικά που προκαλούν προβλήµατα είναι, η αδυναµία του θεραπευτή να δεχτεί την σιωπή ή την
λεκτική επίθεση του πελάτη η ψυχρότητα, η εχθρότητα, η αποπλανητική συµπεριφορά, η απαισιοδοξία, ο
ναρκισσισµός, η τάση για αντιπαράθεση, η παθητικοεπιθετική συµπεριφορά, τα αισθήµατα µοναξιάς, η
ανασφάλεια, η χαµηλή αυτοεκτίµηση (Stone, 1975; Hadley & Strupp, 1976; Buckley, Karasu & Charles,
1979; Overholser & Fine, 1990, Αναγνωστοπούλου 2002).
Επαγγελµατική ανεπάρκεια επίσης µπορεί να διαπιστωθεί όταν οι θεραπευτές δεν επιλύουν τα δικά τους
προσωπικά προβλήµατα και συνεχίζουν να εξασκούν το επάγγελµά τους και σε περιόδους έντονου στρες
(Rope, Tabachnick & Keith-Spiegel, 1998). Στην έρευνα που διεξήγαγαν οι Rope, Tabachnick & Keith-
Spiegel (1998) το 60% των ψυχολόγων δήλωσε ότι έχει εργαστεί ενώ αντιµετώπιζε µεγάλη συναισθηµατική
πίεση και δεν µπορούσε να είναι αποτελεσµατικό.

Β) Αντιµετώπιση της κλινικής ανεπάρκειας
Οι Overholser, & Fine (1990) υποστηρίζουν ότι οι ψυχολόγοι όταν διαπιστώνουν περιπτώσεις κλινικής
ανεπάρκειας θα πρέπει να τις αντιµετωπίζουν άµεσα και προτείνουν κάποιους τρόπους προς αυτό τον
σκοπό:

Η ανασκόπηση του Κώδικα ∆εοντολογίας και η αναζήτηση της συµβουλής ενός άλλου συναδέλφου
ώστε να αξιολογηθεί εάν η πρακτική ενός άλλου κλινικού µπορεί να χαρακτηρισθεί ως ανεπαρκής
(Keith – Spiegel & Koocher, 1985),
Εάν χρειάζεται συναδελφική παρέµβαση, πρέπει να γίνει µε διάθεση υποστηρικτική και διδακτική
για να διατηρηθούν οι συναδελφικές σχέσεις (Keith – Spiegel & Koocher, 1985).

Για να είναι γόνιµη η παρέµβαση ενός συναδέλφου, θα πρέπει να είµαστε δεκτικοί σε αυτά που
ακούµε και να γίνεται σεβαστή η διαφορετικότητα των θεραπευτικών στρατηγικών που
ακολουθούνται (Levenson, 1986).

Οι ψυχολόγοι να διατηρούν το ενδιαφέρον τους ως προς τις νέες εξελίξεις στον τοµέα της
επαγγελµατικής τους δράσης.

Η διατήρηση και η άρση του απορρήτου
Η διατήρηση και η άρση του απορρήτου είναι ένα σηµαντικό θέµα το οποίο απασχολεί τους
επαγγελµατίες ψυχικής υγείας. Σύµφωνα µε την έρευνα των Pope και Vasquez, (1991) η αποτυχία στην
διατήρηση του απορρήτου ήταν η τέταρτη κατά σειρά πιο συχνή αιτία λήψης πειθαρχικών µέτρων εναντίων
ψυχολόγων και µε βάση µία άλλη έρευνα (Pope, Tabachnick & Keith-Spiegel, 1987) το 61% των
ερωτηθέντων ψυχολόγων δήλωσε ότι έχει παραβιάσει το απόρρητο των πληροφοριών των πελατών τους
χωρίς πρόθεση. Στην συνέχεια θα παρουσιαστούν µερικά ζητήµατα - όπως τα έχουν συγκεντρώσει οι Pope
και Vasquez (1991) τα οποία αφορούν στην παραβίαση του απορρήτου.

i.
Η γραπτή συγκατάθεση του πελάτη.
Σύµφωνα µε τις Pope και Vasquez (1991), πολύ συχνά οι ψυχολόγοι δεν εξασφαλίζουν την γραπτή
συγκατάθεση του πελάτή τους όταν πρόκειται να γνωστοποιήσουν εµπιστευτικές πληροφορίες. Εκτός από
τις περιπτώσεις εκείνες τις οποίες ορίζει ο νόµος, ο ψυχολόγος θα πρέπει να έχει λάβει την γραπτή
συγκατάθεση του πελάτη για κοινοποίηση προσωπικών πληροφοριών και οφείλει να έχει ενηµερώσει και να
έχει βεβαιωθεί ότι ο πελάτης του έχει κατανοήσει τις συνέπειες µίας τέτοιας αποκάλυψης εµπιστευτικών
πληροφοριών (Pope & Vasquez, 1991). Όσον αφορά την άρση του απορρήτου όταν αυτή επιβάλλεται από
τον νόµο, οι ψυχολόγοι οφείλουν να γνωρίζουν τις αντίστοιχες νοµοθεσίες που ισχύουν.

ii.
Η ενηµέρωση του πελάτη σχετικά µε το απόρρητο και την εχεµύθεια.
Η αποκάλυψη προσωπικών πληροφοριών ακόµα και όταν αυτή επιβάλλεται από τον νόµο, µπορεί να
αποτελέσει παραβίαση του κώδικα δεοντολογίας* αν ο θεραπευόµενος δεν είναι πλήρως ενηµερωµένος για
τις περιπτώσεις που επιβάλλεται η άρση του απορρήτου. Ο θεραπευτής οφείλει να ενηµερώνει τους πελάτες
του προκαταβολικά σχετικά µε τις συνθήκες υπό τις οποίες ο θεραπευτής οφείλει ή δεν επιτρέπεται να
αποκαλύψει πληροφορίες για αυτούς σε τρίτα πρόσωπα. Αν ο θεραπευτής δεν ενηµερώσει επαρκώς τον
πελάτη του για ζητήµατα εχεµύθειας και απορρήτου η συγκατάθεση του πελάτη για θεραπεία δεν βασίζεται
σε πλήρη στοιχεία (Pope & Vasquez, 1991).
[Αναφέρεται στον Κώδικα ∆εοντολογίας της Αµερικάνικης Ψυχολογικής Εταιρείας.

Στο υπόλοιπο
κεφάλαιο όταν γίνεται αναφορά στον Κώδικα ∆εοντολογίας αφορά τον συγκεκριµένο κώδικα].

iii.
Η ενηµέρωση των ασφαλιστικών εταιριών.
Πολλές φορές οι θεραπευτές παραβιάζουν το απόρρητο καθώς δίνουν τις πληροφορίες που χρειάζεται στις
ασφαλιστικές εταιρείες των πελατών τους. Ο θεραπευτής οφείλει να ενηµερώνει τον πελάτη του, αν τα
έξοδα της θεραπείας καλύπτονται από ασφαλιστική εταιρεία, για τα προσωπικά του στοιχεία τα οποία θα
αποκαλύψει στην ασφαλιστική εταιρεία (π.χ. πότε γίνονται τα ραντεβού, αν διεξάγεται ψυχοθεραπεία ή
συµβουλευτική, ποια είναι η διάγνωση κ.τ.λ.) και να λάβει την συγκατάθεσή του (Pope & Vasquez, 1991).

iv.
Τα γραπτά του πελάτη κατά την θεραπεία.
Πολύ συχνά οι θεραπευόµενοι κρατούν γραπτές σηµειώσεις κατά την διάρκεια της θεραπείας τους. Σε
αυτές τις περιπτώσεις τόσο ο θεραπευτής όσο και ο θεραπευόµενος θα πρέπει να γνωρίζουν τον βαθµό
στον οποίο αυτά τα γραπτά είναι ή δεν είναι διασφαλισµένα.

v.
Ποιος είναι ο πελάτης
Οι θεραπευτές συχνά έχοντας ευθύνη απέναντι σε τρίτα πρόσωπα (γονείς) ή οργανισµούς (ασφαλιστικές
εταιρείες, σχολείο, δικαστήριο κ.τ.λ.) µπορεί να παραβιάσουν το απόρρητο καθώς µπορεί να δώσει
πληροφορίες τις οποίες ο πελάτης δεν θα επιθυµούσε (Pope & Vasquez, 1991). Ο κώδικας ∆εοντολογίας
(A.P.A., 1992) αναφέρει ότι ο ψυχολόγος οφείλει να ενηµερώσει όλα τα εµπλεκόµενα µέρη για τις
πληροφορίες που µπορεί ή πρέπει να δώσει.

vi.
Η άρση του απορρήτου στα πλαίσια οµαδικής ή οικογενειακής θεραπείας.
Σε περιπτώσεις οµαδικής ή οικογενειακής θεραπείας είναι σηµαντικό να έχουν διευκρινιστεί εξαρχής τα
ζητήµατα εχεµύθειας και απορρήτου ώστε όλες οι πλευρές να γνωρίζουν τι µπορεί και τι όχι να αποκαλύψει
ο θεραπευτής στα υπόλοιπα µέλη. Συχνά ζητήµατα που προκύπτουν και τα οποία απασχολούν τους
θεραπευτές είναι το κατά πόσο ο θεραπευτής οφείλει να αποκαλύψει µία εξωσυζυγική σχέση σε περιπτώσεις
οικογενειακής θεραπείας, την χρήση ουσιών από κάποιο µέλος της οικογένειας κ.τ.λ. (Pope & Vasquez,
1991).

vii.
Οι σηµειώσεις του θεραπευτή και οι φάκελοι των πελατών.
Σε πολλές περιπτώσεις η τήρηση του απορρήτου παραβιάζεται όταν οι σηµειώσεις που κρατά ο
θεραπευτής ή ο φάκελος του θεραπευόµενου δεν φυλάσσονται σε ασφαλές µέρος. Οι Pope και Vasquez,
(1991) προτείνουν όσον αφορά το ζήτηµα αυτό, οι ψυχολόγοι να ακολουθούν τις αρχές του Κώδικα
∆εοντολογίας και να αναλογίζονται κατά πόσο οι τρόποι µε τους οποίους φυλάσσουν τους φακέλους των
πελατών τους, θα ικανοποιούσαν τις δικές τους απαιτήσεις ως πελάτες ψυχολόγων ή ψυχοθεραπευτών.

viii.
Τα τηλεφωνικά µηνύµατα, οι πηγές παραποµπής, η ηχοµόνωση, η συζήτηση περιπτώσεων µε συναδέλφους.
Το να ακούµε τα τηλεφωνικά µας µηνύµατα µπροστά σε τρίτους ή να µπορούν να τα ακούν άλλοι (π.χ. η
οικογένειά µας), οι ευχαριστίες που απευθύνουµε πολλές φορές στις πηγές παραποµπής, η ελλιπής
ηχοµόνωση, η συζήτηση περιπτώσεων µε συναδέλφους σε ακατάλληλα µέρη (π.χ. στο εστιατόριο ή στο
ασανσέρ) µπορεί να γίνουν πράξεις οι οποίες παραβιάζουν το απόρρητο των πελατών. Οι ψυχολόγοι και οι
θεραπευτές θα πρέπει να λαµβάνουν τα κατάλληλα µέτρα προφύλαξης ώστε να µην παραβιάζουν άθελά
τους το απόρρητο (Pope & Vasquez, 1991).

ix.
Η δηµοσίευση περιπτώσεων
Όσον αφορά την δηµοσίευση περιπτώσεων, η αλλαγή του ονόµατος και κάποιων άλλων µόνο πληροφοριών
δεν είναι αρκετή. Στην βιβλιογραφία αναφέρονται αρκετές δικαστικές υποθέσεις στις οποίες ερευνητές
έχουν κατηγορηθεί από πρώην πελάτες τους ότι δηµοσίευσαν την περίπτωσή τους χωρίς έγκριση (Pope &
Vasquez, 1991). Οι Pope και Vasquez, (1991) εφιστούν επίσης την προσοχή των ψυχολόγων σε ζητήµατα
που µπορεί να µην έρχονται σε σύγκρουση µε τον νόµο, ωστόσο αντιβαίνουν τον Κώδικα ∆εοντολογίας ο
οποίος κρίνει απαραίτητη την συγκατάθεση του ατόµου για την δηµοσίευση της περίπτωσής του.

x.
Η παραβίαση του απορρήτου που βασίζεται στην αντιµεταβίβαση
Οι Pope και Vasquez (1991) τονίζουν ότι πολλές φορές οι ψυχολόγοι ή οι ψυχοθεραπευτές, ανεξάρτητα
από το κύρος τους και από το πόσο καλά είναι εκπαιδευµένοι, µπορεί να παραβιάσουν τον κώδικα
δεοντολογίας εξαιτίας προσωπικών τους προβληµάτων τα οποία δεν κατορθώνουν να διαχειριστούν
αποτελεσµατικά. Αναφέρουν την περίπτωση ενός διακεκριµένου ψυχολόγου ο οποίος λόγω ενός
προσωπικού του ζητήµατος το οποίο είχε τραβήξει την προσοχή του, κατά την διάρκεια της συνεδρίας µε
έναν πελάτη άνοιξε τον φάκελο ενός άλλου. Ο ψυχολόγος ζήτησε συγγνώµη από τον πελάτη του για το
λάθος που έκανε.

Τέλος οι Pope και Vasquez (1991) αναφέρουν ότι παραβίαση του απορρήτου µπορεί να πραγµατοποιηθεί
και όταν οι πελάτες έχουν πεθάνει. Αναφέρουν ότι σε ορισµένες πολιτείες της Αµερικής υπάρχουν νόµοι οι
οποίοι ρυθµίζουν τέτοιου είδους ζητήµατα. Επίσης ένα άλλο σηµαντικό ζήτηµα που θέτουν αφορά στην
διαφύλαξη του απορρήτου όταν ο ψυχολόγος ή ο ψυχοθεραπευτής πλέον δεν είναι διαθέσιµοι (π.χ. σοβαρή
ασθένεια, θάνατος κ.τ.λ.). Για τέτοιου είδους περιπτώσεις ο ψυχολόγος θα πρέπει να έχει φροντίσει αφενός
για την διασφάλιση του απορρήτου των πελατών του αφετέρου για τον τρόπο µε τον οποίο ο συνάδελφος
που θα τον αντικαταστάσει, θα µπορέσει να βρει τις πληροφορίες που χρειάζεται για τον συγκεκριµένο
πελάτη, διασφαλίζοντας το απόρρητο για τους υπόλοιπους πελάτες του.
Όσα αναφέρονται παραπάνω αποτελούν σηµαντικά ζητήµατα που αφορούν στην διαφύλαξη και την άρση
του απορρήτου.

Όπως φαίνεται, υπάρχουν καθηµερινές καταστάσεις που µπορούν να γίνουν αφορµή ώστε
ένας κλινικός να άρει το απόρρητο χωρίς ωστόσο να το έχει πρόθεση (π.χ. συζήτηση µε έναν συνάδελφο
µίας περίπτωσης στον ασανσέρ) και εποµένως θα πρέπει οι επαγγελµατίες ψυχικής υγείας να είναι
προσεχτικοί µε τέτοιου είδους καταστάσεις. Ενδεχοµένως η πρόταση των Pope και Vasquez (1991) όσον
αφορά την τήρηση των φακέλων των πελατών µας να µπορεί να βρει εφαρµογή και σε άλλες καταστάσεις
στις οποίες υπάρχει ο κίνδυνος της άρσης του απορρήτου: «ο τρόπος µε τον οποίο “συµπεριφέροµαι’’ θα
ικανοποιούσε τις απαιτήσεις που θα είχα από τον ψυχολόγο µου ή τον θεραπευτή µου;»

Στην συνέχεια παρουσιάζονται οι αρχές του Κώδικα ∆εοντολογίας της Αµερικάνικής Ψυχολογικής
Εταιρείας όσον αφορά την εχεµύθεια και το απόρρητο.

«Απόρρητο και εχεµύθεια.

Οι ψυχολόγοι τηρούν το απόρρητο κατά την δηµιουργία, αποθήκευση, ανάκληση, µεταφορά και την απαλλαγή των
αρχείων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους, είτε είναι γραπτά είτε είναι καταγεγραµµένα µε άλλη µέθοδο. Οι
ψυχολόγοι τηρούν και απαλλάσσονται από τα αρχεία σύµφωνα µε την νοµοθεσία και µε τρόπο ο οποίος επιτρέπει
συµµόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος Κώδικα ∆εοντολογίας.

i.
Η συζήτηση των ορίων της εχεµύθειας
α) Οι ψυχολόγοι συζητούν µε άτοµα και οργανισµούς µε τους οποίους αναπτύσσουν µία επιστηµονική ή επαγγελµατική
σχέση τους

1) σχετικούς περιορισµούς στην εχεµύθεια, συµπεριλαµβανοµένων περιορισµών, όπου είναι εφαρµόσιµοι,
στην οµαδική, συζυγική και οικογενειακή θεραπεία ή στην οργανωτική συµβουλευτική και

2) τις προβλεπόµενες χρήσεις
των πληροφοριών που λαµβάνονται µέσω των υπηρεσιών τους.

β) Η συζήτηση για την εχεµύθεια γίνεται στην αρχή της σχέσης και έκτοτε όταν προκύψουν νέες περιστάσεις, εκτός αν
δεν είναι εφικτό ή αν αντενδείκνυται.

γ) Η άδεια για ηλεκτρονική καταγραφή των συνεντεύξεων εξασφαλίζεται από τους πελάτες και τους ασθενείς.

ii.
Τήρηση της εχεµύθειας
Οι ψυχολόγοι έχουν την πρωταρχική υποχρέωση και παίρνουν λογικές προφυλάξεις για να σέβονται το δικαίωµα για
εχεµύθεια εκείνων µε τους οποίους εργάζονται ή συµβουλεύουν, αναγνωρίζοντας ότι η εχεµύθεια µπορεί ήδη να
καλύπτεται από τον νόµο, θεσµικούς κανόνες ή επαγγελµατικές ή επιστηµονικές σχέσεις.

iii.
Ελαχιστοποίηση των εισβολών στον ιδιωτικό χώρο

α) Προκειµένου να ελαχιστοποιήσουν τις εισβολές στον ιδιωτικό χώρο οι ψυχολόγοι περιλαµβάνουν στις γραπτές και
προφορικές αναφορές µόνο εκείνες τις πληροφορίες που είναι σχετικές µε τον σκοπό για τον οποίο έχει γίνει η
επικοινωνία.

β) Οι ψυχολόγοι συζητούν εµπιστευτικές πληροφορίες που έχουν ληφθεί στα πλαίσια κλινικών ή συµβουλευτικών
σχέσεων ή αξιολογικά δεδοµένα που αφορούν ασθενείς, άτοµα ή πελάτες οργανισµών, συµµετέχοντες σε έρευνα,
εποπτευόµενους και εργαζόµενους µόνο για κατάλληλους επιστηµονικούς ή επαγγελµατικούς σκοπούς και µόνο µε
άτοµα που σαφώς είναι σχετικά µε τέτοια θέµατα.

iv.
Τήρηση αρχείων
Οι ψυχολόγοι τηρούν την κατάλληλη εχεµύθεια στη δηµιουργία, αποθήκευση, πρόσβαση, µεταφορά και καταστροφή
αρχείων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους είτε αυτά είναι γραπτά, είτε έχουν καταγραφεί µε οποιοδήποτε άλλο µέσο.
Οι ψυχολόγοι τηρούν και καταστρέφουν τα αρχεία σύµφωνα µε το νόµο και µε τρόπο που επιτρέπει τη συµµόρφωση
στις απαιτήσεις αυτού του Κώδικα ∆εοντολογίας.

v.
Αποκαλύψεις

α) Οι ψυχολόγοι αποκαλύπτουν εµπιστευτικές πληροφορίες χωρίς την συγκατάθεση του ατόµου µόνον όπως αυτό
εξουσιοδοτείται από το νόµο ή όπου επιτρέπεται από τον νόµο για κάποιο έγκυρο σκοπό, όπως

1) να προσφέρει τις
επαγγελµατικές υπηρεσίες που χρειάζονται στον ασθενή ή το άτοµο ή τον πελάτη οργανισµού,

2) να λάβει κατάλληλη
επαγγελµατική συµβουλή,

3) να προστατεύσει τον ασθενή ή τον πελάτη ή άλλους από βλάβη ή

4) να πληρωθεί για τις
υπηρεσίες του. Σε αυτή την περίπτωση η αποκάλυψη περιορίζεται στο ελάχιστο που χρειάζεται για να επιτευχθεί ο
σκοπός.

β) Οι ψυχολόγοι επίσης µπορούν να αποκαλύψουν εµπιστευτικές πληροφορίες µε την κατάλληλη συγκατάθεση από τον
ασθενή ή το άτοµο ή τον πελάτη οργανισµού, εκτός αν αυτό απαγορεύεται από τον νόµο.

vi.
Αναζήτηση συµβουλών
Όταν συµβουλεύονται συναδέλφους,

1) οι ψυχολόγοι δεν αναφέρουν εµπιστευτικές πληροφορίες που λογικά θα
µπορούσαν να οδηγήσουν σε αναγνώριση του ασθενή, του πελάτη, του συµµετέχοντος σε έρευνα ή άλλου ατόµου ή
οργανισµού µε τους οποίους έχουν µία εµπιστευτική σχέση, εκτός αν έχουν πάρει την προηγούµενη συγκατάθεση του
ατόµου ή του οργανισµού ή η αποκάλυψη δεν µπορεί να αποφευχθεί και

2) αναφέρουν πληροφορίες στο βαθµό που
χρειάζεται για να επιτευχθούν οι σκοποί για τους οποίους συµβουλεύονται άλλους.

vii.
Εµπιστευτικές πληροφορίες σε µορφή δεδοµένων υπολογιστή

α) Αν οι εµπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν τους αποδέκτες ψυχολογικών υπηρεσιών πρόκειται να εισαχθούν ως
δεδοµένα σε υπολογιστή ή συστήµατα αρχείων διαθέσιµα σε άτοµα των οποίων η πρόσβαση δεν έχει την συγκατάθεση του αποδέκτη, τότε οι ψυχολόγοι χρησιµοποιούν την κωδικοποίηση ή άλλες τεχνικές για να αποφύγουν να
συµπεριλάβουν ό, τι θα οδηγούσε σε αναγνώριση του ατόµου.

β) Αν ένα ερευνητικό πρωτόκολλο που έγινε αποδεκτό από µία Επιστηµονική Επιτροπή ή παρόµοιο σώµα, απαιτεί να
συµπεριληφθούν πληροφορίες που θα οδηγούσαν σε αναγνώριση ατόµων, τέτοιες πληροφορίες διαγράφονται πριν γίνουν
προσβάσιµες σε άτοµα άλλα από εκείνα στα οποία το άτοµο απευθύνθηκε για συµβουλή.

γ) Αν τέτοια διαγραφή δεν είναι εφικτή, τότε οι ψυχολόγοι, πριν µεταφέρουν δεδοµένα σε άλλους ή κάνουν επισκόπηση
τέτοιων δεδοµένων που έχουν συλλεχθεί από άλλους, λαµβάνουν µέτρα για να ελέγξουν, αν έχει αποκτηθεί η
κατάλληλη συγκατάθεση των ατόµων που υπάρχει περίπτωση να αναγνωριστούν.

viii.
Χρήση εµπιστευτικών πληροφοριών για διδακτικούς ή άλλους σκοπούς

α) Οι ψυχολόγοι δεν αποκαλύπτουν στα γραπτά τους, τις διαλέξεις τους ή άλλα δηµόσια µέσα εµπιστευτικές
πληροφορίες που µπορεί να οδηγήσουν σε αναγνώριση του ατόµου, οι οποίες αφορούν τους ασθενείς, τους πελάτες,
φοιτητές, συµµετέχοντες σε έρευνα ή άλλους αποδέκτες των υπηρεσιών τους, τις οποίες απέκτησαν κατά την πορεία
της δουλειάς τους, εκτός αν το άτοµο ή ο οργανισµός έχει συγκατατεθεί γραπτά ή εκτός αν υπάρχει άλλη ηθική ή
νοµική εξουσιοδότηση για να γίνει αυτό.

β) Κανονικά, σε τέτοιες επιστηµονικές και επαγγελµατικές παρουσιάσεις οι ψυχολόγοι παρουσιάζουν τις εµπιστευτικές
πληροφορίες που αφορούν τέτοια άτοµα ή οργανισµούς έτσι ώστε να µην είναι αναγνωρίσιµα από τους άλλους και έτσι
ώστε οι συζητήσεις να µην προκαλούν βλάβη στα υποκείµενα που µπορεί να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους.

ix.
∆ιατήρηση αρχείων και δεδοµένων
Ένας ψυχολόγος λαµβάνει προληπτικά µέτρα, έτσι ώστε η εχεµύθεια των αρχείων και των δεδοµένων να
προστατεύεται σε περίπτωση θανάτου, ανικανότητας, ή απόσυρσης του ψυχολόγου από τη θέση ή την κλινική εργασία
του.

x.
Ιδιοκτησία αρχείων και δεδοµένων
Αναγνωρίζοντας ότι η ιδιοκτησία των αρχείων και των δεδοµένων ρυθµίζεται από νοµικές ενέργειες, ώστε τα αρχεία
και τα δεδοµένα να παραµένουν διαθέσιµα στο βαθµό που χρειάζεται να εξυπηρετήσουν όσο καλύτερα γίνεται τα
συµφέροντα των ασθενών, των πελατών, ή πελατών οργανισµών, των συµµετεχόντων σε έρευνα ή άλλων.

xi.
Παρακράτηση αρχείων λόγω µη πληρωµής
Οι ψυχολόγοι δεν παρακρατούν αρχεία που βρίσκονται υπό τον έλεγχο τους, τα οποία ζητούνται και πρόκειται να
χρειαστούν για τη θεραπεία ενός ασθενή ή ενός πελάτη µόνο επειδή δεν έχουν πληρωθεί, εκτός αν προβλέπεται
διαφορετικά από τον νόµο.»
Το Γνωσιακό Συµπεριφοριστικό Μοντέλο Ψυχοθεραπείας και η τήρηση του Κώδικα ∆εοντολογίας
Στο κεφάλαιο αυτό θα εξεταστούν ζητήµατα σχετικά µε την καλή χρήση του Γ/Σ µοντέλου
ψυχοθεραπείας και πώς αυτή η καλή χρήση διασφαλίζει την τήρηση τουλάχιστον µερικών αρχών του
Κώδικα ∆εοντολογίας. Όπως είναι φυσικό, πολλά ζητήµατα που θέτει ο Κώδικας ∆εοντολογίας δεν θα
µπορούσαν να έχουν συµπεριληφθεί στις αρχές των θεραπευτικών µοντέλων (όπως για παράδειγµα η
τήρηση του απορρήτου ή η διεξαγωγή της έρευνας) και η τήρηση των αρχών αυτών εναπόκειται στην
πρακτική που εφαρµόζει ο κάθε ψυχολόγος ή ψυχοθεραπευτής. Ωστόσο ζητήµατα που αφορούν την
επάρκεια ή την διεξαγωγή της θεραπείας µπορούν να εντοπιστούν και στις αρχές των διαφόρων µοντέλων
ψυχοθεραπείας. Το Royal College of Psychiatrists το 2002, εξέδωσε έναν οδηγό για καλή χρήση του Γ/Σ
µοντέλου ψυχοθεραπείας. Στο άρθρο αυτό συζητιούνται αρκετά ζητήµατα δεοντολογίας και καλής χρήσης
του µοντέλου για ζητήµατα όπως εφαρµογής του µοντέλου σε παιδιά, σε ασθενείς µε πνευµατικές
διαταραχές (mental illness)ή σε ηλικιωµένους ασθενείς. Αν και τα ζητήµατα αυτά είναι σηµαντικά, στην
συγκεκριµένη παρουσίαση θα περιοριστούµε σε γενικά θέµατα που αφορούν την καλή χρήση του
µοντέλου.
Α) Η συγκατάθεση για Γ/Σ ψυχοθεραπεία
Η συγκατάθεση του πελάτη ή του ασθενή για ψυχοθεραπεία αποτελεί µία βασική αρχή του Κώδικα
∆εοντολογίας τόσο της Βρετανικής όσο και της Αµερικάνικής Ψυχολογικής Εταιρείας [«Οι ψυχολόγοι
διεξάγουν έρευνες ή προβαίνουν σε παρεµβάσεις µόνο µετά από την έγκυρη συγκατάθεση των
ενδιαφερόµενων…., (B. P. S., 1991) «Οι ψυχολόγοι παίρνουν συγκατάθεση κατόπιν ενηµέρωσης για την
θεραπεία ή σχετικές διαδικασίες χρησιµοποιώντας γλώσσα που είναι κατανοητή στους µετέχοντες, (Α.Ρ.Α.,
1992)].

Όσον αφορά το Γ/Σ µοντέλο θεραπείας η συγκατάθεση του πελάτη είναι απαραίτητη όχι µόνο
στην αρχική φάση της θεραπευτικής διαδικασίας αλλά καθ’ όλη την διάρκεια της θεραπείας. Βασική αρχή
του συγκεκριµένου µοντέλου είναι «στη Γ/Σ θεραπεία η επιλογή των θεραπευτικών στόχων γίνεται κατόπιν
συµφωνίας θεραπευτή και θεραπευόµενου» (Καλαντζή-Αζίζι, 2001), έτσι ο θεραπευτής και ο
θεραπευόµενος συνεργάζονται για να θέσουν τους στόχους αλλά συµφωνούν και ως προς τον τρόπο
επίτευξης αυτών των στόχων (Persons, 1989; Παπακώστας, 1994).

Στο άρθρο που εξέδωσε το Royal College of Psychiatrists (2002) αναφέρεται επίσης ότι σε άτοµα που δεν
µπορούν να δώσουν συγκατάθεση το Γ/Σ µοντέλο µπορεί να εφαρµοστεί αρκεί η παρέµβαση αυτή να έχει
ως αποτέλεσµα την καλυτέρευση του ασθενή ή την µείωση του κινδύνου για τον ίδιο ή για κάποιον άλλον.
Σε τέτοιες περιπτώσεις ο θεραπευτής οφείλει να ζητήσει την συγκατάθεση από κάποιον συγγενή, όπως και
στις περιπτώσεις εκείνες που η παρέµβαση αφορά παιδιά (Royal College of Psychiatrists, 2002). Αν κατά
την διάρκεια της θεραπείας ο θεραπευτής αποφασίσει ότι χρειάζεται να γίνουν θεµελιώδεις αλλαγές στο
θεραπευτικό πλάνο θα πρέπει ζητήσει νέα συγκατάθεση (Royal College of Psychiatrists, 2002).

Β) Γενικές αρχές για καλή χρήση και εφαρµογή του Γ/Σ µοντέλου ψυχοθεραπείας

Όπως και σε κάθε θεραπευτική παρέµβαση, έτσι και στην Γ/Σ θεραπεία ισχύουν κάποιοι γενικοί κανόνες
καλής χρήσης:

Κάθε µορφή θεραπείας θα πρέπει να επιφέρει οφέλη στο άτοµο.

Τα οφέλη αυτά θα πρέπει να διατηρούνται και µετά το πέρας της θεραπείας.

Η παρέµβαση θα πρέπει να εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλάνο διαχείρισης.
Θα πρέπει να εφαρµόζεται αφού έχει προηγηθεί µία λεπτοµερής αξιολόγηση του ατόµου.

Στις περιπτώσεις ατόµων οι οποίοι νοσηλεύονται, η θεραπευτική παρέµβαση θα πρέπει να έχει γίνει
και αποδεκτή από τους άλλους επαγγελµατίες που εµπλέκονται στην θεραπεία του συγκεκριµένου
ατόµου.

Στις περιπτώσεις που αυτό είναι εφικτό, η θεραπευτική παρέµβαση θα πρέπει να εφαρµόζεται αφού
πρώτα ο ασθενής έχει δώσει την συγκατάθεσή του.

Εάν µία θεραπευτική παρέµβαση δεν έχει επιφέρει τα επιθυµητά αποτελέσµατα, θα πρέπει να
τροποποιείται ή να εγκαταλείπεται.
Είναι σηµαντικό, όπως και σε οποιαδήποτε άλλη παρέµβαση, να έχει γίνει µία πλήρης ψυχιατρική και
ιατρική εξέταση πριν την εφαρµογή της Γ/Σ παρέµβασης (Royal College of Psychiatrists, 2002).

Σύµφωνα µε τους συντάκτες του Οδηγού για καλή χρήσης του Γ/Σ µοντέλου, οι τεχνικές που
χρησιµοποιούνται από το συγκεκριµένο µοντέλο είναι σύµφωνες µε τις αρχές του κώδικα ∆εοντολογίας
αλλά µπορεί κάποιες από αυτές να προκαλέσουν έντονο στρες στον θεραπευόµενο.

Για αυτό τον λόγο
κρίνεται σηµαντικό ο θεραπευτής να είναι καλά εκπαιδευµένος στην τεχνική που θα εφαρµόσει.
Επιπλέον κρίνεται σηµαντικό ο θεραπευτής αφενός να ενηµερώσει τον θεραπευόµενο για την τεχνική
και για τον τρόπο µε τον οποίο θα βοηθηθεί αφετέρου να ενηµερώνεται για τις νέες εξελίξεις στον
ερευνητικό τοµέα. Αν η εφαρµογή µία τεχνικής η οποία θα προκαλέσει έντονο στρες δεν µπορεί να
αποφευχθεί, τότε η απόφαση για χρήση αυτής της τεχνικής θα πρέπει να ληφθεί µε βάση την
σηµαντικότητα του αποτελέσµατος τόσο στον ασθενή όσο και στους άλλους.

Επιπλέον σε τέτοιες
περιπτώσεις πριν την εφαρµογή της συγκεκριµένης τεχνικής ο θεραπευτής θα πρέπει να συµβουλευτεί
συναδέλφους ή και µία επιτροπή δεοντολογίας (Royal College of Psychiatrists, 2002).

Ο θεραπευτής θα πρέπει να εφαρµόζει τις τεχνικές µε ανθρωπιά και ευελιξία. Στην πράξη η θεραπεία
είναι περισσότερο αποδεκτή όταν είναι προσαρµοσµένη στις ανάγκες, τις αξίες, τις αντιλήψεις του κάθε
πελάτη χωριστά. Η εξήγηση, η ενθάρρυνση, η µίµηση προτύπου είναι κλινικές πρακτικές απαραίτητες
για την διαµόρφωση της κατάλληλης θεραπευτικής ατµόσφαιρας (Royal College of Psychiatrists,
(2002).

Τέλος, στο άρθρο αυτό έχει γίνει αναφορά και στις αρχές που διέπουν µερικές από τις πιο
συνηθισµένες συµπεριφοριστικές τεχνικές όπως την θετική ενίσχυση , την αρνητική ενίσχυση, το time-
out, την έκθεση (Royal College of Psychiatrists, 2002).

Οι αρχές αυτές έχουν διατυπωθεί µετά από
ερευνητικές προσπάθειες καθώς σηµαντική αρχή του µοντέλου είναι και ο επιστηµονικός έλεγχος των
µεθόδων που εφαρµόζονται (Καλαντζή-Αζίζι, 2001)
Οι παραπάνω διατυπώσεις του Royal College of Psychiatrists (2002) θέτουν κάποιες αρχές για την καλή
χρήση του Γ/Σ µοντέλου µέσα στα πλαίσια των αρχών της ∆εοντολογίας.

Όπως είδαµε σε προηγούµενο
κεφάλαιο, µία αρχή του Κώδικα ∆εοντολογίας είναι η επάρκεια. Με βάση το άρθρο που δηµοσίευσε το
Royal College of Psychiatrists (2002) φαίνεται ότι η αρχή της επάρκειας µπορεί να διασφαλιστεί στο Γ/Σ
µοντέλο.

Παρακάτω συνοψίζουµε τα χαρακτηριστικά του µοντέλου τα οποία πιστεύουµε ότι διασφαλίζουν
την αρχή της επάρκειας όπως προτάθηκε από τους Overholser, & Fine (1990) και Norman (1985):
Όσον αφορά το πρώτο συστατικό της επάρκειας, την γνώση και κατανόηση, σύµφωνα µε το Γ/Σ
µοντέλο οι θεραπευτές πριν εφαρµόσουν οποιαδήποτε θεραπευτική παρέµβαση θα πρέπει να
έχουν κάνει µία πλήρη αξιολόγηση και να έχουν κατανοήσει την δυσκολία του θεραπευόµενου
όπως αυτή εµφανίζεται στην καθηµερινή του ζωή (base line).

Στην συνέχεια θα πρέπει να
διατυπώσουν την συγκεκριµένη περίπτωση (case formulation) και µαζί µε τον θεραπευόµενο
να θέσουν τους στόχους (Persons, 1989).

Οι θεραπευτές θα πρέπει να ενηµερώνονται για τις
νέες εξελίξεις στον χώρο καθώς το συγκεκριµένο µοντέλο στηρίζεται πολύ στην
αποτελεσµατικότητα των τεχνικών που εφαρµόζονται όπως αυτή έχει αποδειχτεί ύστερα από
ερευνητικές προσπάθειες (Καλαντζή-Αζίζι, 2001).

Καθ’ όλη την διάρκεια της θεραπείας
θεραπευτής και θεραπευόµενος αξιολογούν την πορεία της θεραπείας και την
αποτελεσµατικότητα των τεχνικών που εφαρµόζονται (Persons, 1989; Παπακώστας, 1994;
Καλαντζή-Αζίζι, 2001).

Επίσης σε περίπτωση διαφωνίας ο θεραπευόµενος µπορεί να ζητήσει
την συµβουλή και ενός άλλου θεραπευτή (Royal College of Psychiatrists, 2002).

Όσον αφορά το δεύτερο συστατικό της επάρκειας, τις γενικές κλινικές δεξιότητες, στο Γ/Σ
µοντέλο θεραπείας οι δεξιότητες της ενσυναίσθησης, της γνησιότητας, της αυθεντικότητας και
της άνευ όρων αποδοχής του πελάτη κρίνονται ως σηµαντικές κλινικές δεξιότητες
(Μπουλουγούρης, 1995).

Επιπλέον για την αποτελεσµατικότητα του Γ/Σ µοντέλου και την
εφαρµογή του είναι απαραίτητη η συγκατάθεση του πελάτη.

Όσον αφορά το τρίτο συστατικό της επάρκειας, τις τεχνικές δεξιότητες, στο Γ/Σ µοντέλο έχουν
αναπτυχθεί τεχνικές και έχουν εκλεχθεί επιστηµονικά για την αντιµετώπιση των ψυχικών
διαταραχών.

Οι τεχνικές αυτές έχουν περιγραφεί επαρκώς και πολλές από αυτές προτείνονται
για συγκεκριµένες διαταραχές (όπως π.χ. η έκθεση και η παρεµπόδιση αντίδρασης στην
ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή).

Οι τεχνικές αυτές συνεχώς υπόκεινται σε επιστηµονικό
έλεγχο και αποτελούν σε συνδυασµό ένα γενικό πλάνο αντιµετώπισης των ψυχικών διαταραχών
(Barlow, 1993; Παπακώστας, 1994).
Όσον αφορά το τέταρτο συστατικό της επάρκειας, την κλινική κρίση και την επίλυση προβληµάτων,
οι θεραπευτές του Γ/Σ µοντέλου πριν ξεκινήσουν την θεραπευτική παρέµβαση, και αφού έχουν
πάρει ένα πλήρες ιστορικό, συγκεκριµενοποιούν το πρόβληµα του πελάτη και διατυπώνουν το
θεραπευτικό πλάνο, συµπεριλαµβανοµένων και των υποθέσεων σχετικά µε τις αιτίες των
προβληµάτων του πελάτη.

Στην συνέχεια σε συνεργασία µε τον πελάτη τίθενται οι στόχοι της
θεραπείας και συµφωνούν σχετικά µε τους τρόπους µε τους οποίους θα επιτευχθούν οι
συγκεκριµένοι στόχοι.

Καθ΄ όλη την διάρκεια της θεραπείας, θεραπευτής και θεραπευόµενος
αξιολογούν την πορεία της θεραπείας και, όπου είναι αναγκαίο, γίνονται αλλαγές στο
θεραπευτικό πλάνο (Persons, 1989).

Επιπλέον, όσον αφορά καταστάσεις κρίσεις (τάσεις
αυτοκτονίας του πελάτη, βιασµός, φυσικές καταστροφές) έχουν αναπτυχθεί στρατηγικές
αντιµετώπισης οι οποίες στηρίζονται στις αρχές του Γ/Σ µοντέλου και οι οποίες φαίνεται να
λειτουργούν αποτελεσµατικά σε τέτοιου είδους καταστάσεις (Dattilio, & Freeman, 1994).

Όσον αφορά το τελευταίο συστατικό της επάρκειας, τα προσωπικά χαρακτηριστικά, η
ψυχοθεραπεία του θεραπευτή αξιολογείται ως απαραίτητη από πολλούς θεραπευτές οι οποίοι
ακολουθούν το Γ/Σ µοντέλο (Persons, 1989).

Παραπάνω διατυπώθηκαν κάποιες αρχές σχετικά µε την καλή εφαρµογή Γ/Σ µοντέλου και κάποιες
σκέψεις σχετικά µε το πώς µπορεί η καλή αυτή εφαρµογή να διασφαλίσει την επάρκεια σε έναν θεραπευτή.

Ο προσωπικός παράγοντας ωστόσο όσον αφορά ζητήµατα ∆εοντολογίας είναι πολύ σηµαντικός. Η µη
επαρκής ενηµέρωση των θεραπευτών για θέµατα ∆εοντολογίας και νοµοθεσίας συντελεί στην παραβίαση
της ∆εοντολογίας (Pope, & Vasquez, 1991).

Στην συνέχεια θα αναφερθούµε στο πώς θα µπορούσαν οι
θεραπευτές να διαχειρίζονται ζητήµατα ∆εοντολογίας και θα παρουσιάσουµε τις αρχές του Κώδικα
∆εοντολογίας της Αµερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας σχετικά µε την θεραπεία.

Unknown είπε...

Αγαπητέ Πέτρο,

1. Τι είναι οι λέξεις-κλειδιά, πώς χρησιμοποιούνται από τις μηχανές αναζήτησης, και ποιες είναι οι αποδείξεις σου ότι η συνάδελφος την οποία κατηγορείς τις χρησιμοποιεί ώστε να εντοπίζεται εις βάρος άλλων μπλογκ που διατηρούν ψυχίατροι όπως εσύ;

2. Ποιοι είναι οι μπλόγκερς που ισχυρίζεσαι ότι βρίσκονται σε επικοινωνία με την ψυχολόγο της οποίας το όνομα έχεις στον τίτλο αυτού του μπλογκ– θα πρέπει να δηλώσεις ευθαρσώς και επωνύμως πως ονομάζονται όλα τα άτομα που επιχειρείς να εκθέσεις, και ποιες είναι οι αποδείξεις που έχεις για την κατηγορία που διατυπώνεις.

3. Ποιά είναι τα έντυπα και με ποιους (ονομαστικά) ήρθε σε επαφή η εν λόγω ψυχολόγος ώστε να εξασφαλίσει "φτηνή κι εύκολη" διαφήμιση; Που και πότε έλαβε χώρα μια τέτοια ενέργεια εκ μέρους της – ποια είναι η οποιαδήποτε σχέση με την πραγματικότητα αυτού που αναφαίρεις κατά της συναδέλφου;

4. Ποιος είναι αυτός που, όπως ισχυρίζεσαι, άφησε σχόλιο στο μπλογκ της συναδέλφου και αυτή μπορεί να μην απάντησε στο σχόλιό του, ούτε με άλλο σχόλιο, ούτε επικοινωνώντας μέσω email, ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο; Ποιές είναι οι αποδείξεις σου για την κατηγορία ότι αυτό - αν συνέβει - δεν οφείλεται σε απλή παράλειψη, αλλά σε δόλο ή άλλο επιλήψιμο κίνητρο;

Έχω εκπλαγεί και ειλικρινά απογοητευτεί για την κατάσταση στην οποία έχεις περιέλθει δημιουργώντας ένα ιστολόγιο με σκοπό να ειρωνευτείς, να περιπαίξεις, και να συκοφαντήσεις με τον χείριστο τρόπο μία συνάδελφο και τους σχολιαστές του ιστολογίου της - χωρίς να έχεις καν το θάρρος και την αξιοπρέπεια να υπογράφεις τα κείμενά σου.

Τί αναφέρει ο Κώδικας Δεοντολογίας για όλα αυτά που κάνεις;